Σαν τζαζ είναι οι σχέσεις. Ανακατεμένη μουσική, απρόβλεπτη και αλλοπρόσαλλη. Αλλά κάπως κάποιες νότες ταιριάζουν τέλεια για λίγο και αυτές σε στοιχειώνουν, όταν κλείνεις τα μάτια σου το πόδι συνεχίζει στον περίεργο ρυθμό της μελωδίας που μόλις γεννήθηκε. Θαρραλέες απαντήσεις σε ερωτήματα που δεν τολμάμε να κάνουμε.
Της χρωστούσε μεγάλο μέρος της έμπνευσής του. Σχεδόν όσο χρωστούσε στο LSD. Αλλά τελικά και τα δύο, για λόγους υγείας, αναγκάστηκε να τα κόψει. Η απόσταση στις σχέσεις είναι επικίνδυνα αποτελεσματικό αφροδισιακό. Ένα μικρό λάθος στη δοσολογία και τα σκοτώνει όλα με μονιμότητα. Πέθανε με την πένα στο χέρι και μια καρδιά γεμάτη λέξεις, κάτω από ένα βουνό από άδειες κόλλες χαρτί. Όλα όσα αγάπησε ήταν απλά σκόνη, καλά οργανωμένη σκόνη, σε σχήματα που είχαν αντέξει τόσα χρόνια, είχαν ξεγελάσει σχεδόν όλους, αλλά τώρα που δεν άντεχε πια έσμιξαν με τα κόκαλά του.
Κι ο τζαζίστας γύρισε στον γέρο ποιητή και του ανακοίνωσε ότι “ηλιοβασίλεμα…. ηλιοβασίλεμα φίλε είναι το αγαπημένο μου χρώμα.”
Δεν είναι δύσκολο. Ξεφορτώνεσαι την ζωή που σχεδίασες για να ζήσεις αυτήν που σε περιμένει. Δυο χιονισμένες κορυφές βουνών δίπλα δίπλα και στη μέση δέντρα, δάση πεινασμένα, με φθινοπωρινά χρώματα διαφορετικά σε κάθε υψόμετρο, σα να δονούνται έτοιμα για μάχη και εκεί στη μέση είμαι εγώ πάντα. Με κλειστά τα μάτια, ήρεμος επειδή ξέρω ότι θα πεθάνω ή ξέρω ότι μόλις κάνω το πρώτο βήμα θα ζήσω πραγματικά. Θα είμαι κάτι περισσότερο από πριν: Ορειβάτης.
Την ίδια ώρα, χαμηλά, στη λίμνη, ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο διέσχιζε την γέφυρα και την ελαφριά ομίχλη μετατρέποντας το πράσινο δάσος σε γραμμές από κηρομπογιά καθώς οδηγούσε αρκετά πιο γρήγορα από ότι έπρεπε η νεαρή κοπέλα. Κάτω από την γέφυρα σύννεφα τόσο πυκνά που νόμιζες θα σε σταματήσουν αν πηδήξεις.
Ήταν πειρασμός.
Αλλά δεν πρόλαβε να φιλοσοφήσει την πιθανή αυτοκτονία της γιατί φάνηκε στο βάθος να μπαίνει από την στροφή στην ευθεία της ένα όχημα. Απειλή; Ενστικτωδώς έκοψε ταχύτητα και το άφησε να περάσει. Άντρας, γυναίκα, δύο παιδιά, μάλλον τίποτα. Όλα απειλές είχε μάθει να τα θεωρεί. Μόνο όταν έπινε ηρεμούσε. Αρκεί να μην ήταν ούζο. Ποτέ ξανά ούζο. Το μυαλό κάθε ανθρώπου είναι σαν γυαλί, σαν τον πάγο της λίμνης, μια λεπτή κρούστα που αντανακλά πράγματα αλλά σπάει πανεύκολα χωρίς προειδοποίηση.
Εσύ που θα είσαι όταν πεθάνεις; Εγώ ήμουν στο σουπερμάρκετ και διάλεγα μήλα για τα παιδιά μου. Είναι κάπως περίεργοι, δεν τα τρώνε αν έχουν το παραμικρό χτύπημα. Οπότε κάθομαι σαν χαζός ώρα να βρω τα τέλεια πράσινα μήλα. Χτύπησε το κινητό μου. Έτρεξα στο σπίτι της γειτόνισσας να βοηθήσω. Έσταζε κάτι παχύρευστο κάτω από την κλειδωμένη πόρτα. Δεν θυμόταν πως κλειδώθηκε απέξω και δεν ήξερε ποιος ήταν μέσα. Από εκεί ως εδώ πάνω ανάμεσα στις βουνοκορφές είχαν περάσει μόλις 8 ώρες. Θυμόμουν πως μάζεψα τον ορειβατικό εξοπλισμό, πως τον πέταξα σε δυο σακίδια, πως έφυγα ακολουθώντας το στίγμα.
Αυτό το στίγμα. Αυτό το σημείο το οποίο πλησιάζει μια νεαρή γυναίκα που δεν αντέχει το ούζο και θεωρεί τα πάντα απειλές. Μια κοπέλα που μόλις ξύπνησε από τα πρώτα της είκοσι χρόνια λουσμένη σε κρύο ιδρώτα από το άγχος όλων των πραγμάτων που δεν είχε ζήσει ως τώρα. Με έναν περίεργο τρόπο μας ενώνει η τζαζ. Σιγοσφύριξα – όσο μπορούσα – την μελωδία που θυμόμουν από το πρωί. Τα τραγούδια ζούνε περισσότερο από τις αυτοκρατορίες.
Αν είναι να πεθάνω, σκέφτηκα, ας πεθάνω αργοπορημένος, ερωτευμένος και ελαφρώς ντίγλα. Που να’ξερα ότι με ένα μικρό οικογενειακό αυτοκίνητο, πετώντας πάνω από τις ομίχλες της λίμνης, ερχόταν καταπάνω μου αυτή ακριβώς η συνταγή.
Ο Αλέκος Γκονζαλεζίδης παίζει με τις λέξεις κι ας μην τον λεν’ Αλέξη. Εδώ το παίζει μυθιστόρημα για ταινία δράσης γιατί, γιατί όχι;