Φανταστείτε να έχετε αλυσίδα καταστημάτων αλλά σε αυτό που είναι σε κεντρικό σημείο στο Χαλάνδρι μπαίνουν όλη μέρα μόλις 500 άνθρωποι. Ή στην Ξάνθη να κάνει 700-800 επισκέπτες τις καλές μέρες και 250 τις Τετάρτες. Οι οποίοι βέβαια δεν ψωνίζουν οι περισσότεροι καθότι ήρθαν για τζάμπα wifi, να διαβάσουν κάνα βιβλίο, να περιμένουν την φίλη τους ή να παίξουν με το wii που έχετε στημένο προς επίδειξη. Στα πενήντα καταστήματά σας, τα 17 κάνουν εξίσου χαμηλά νούμερα. Στην Καστοριά τις Δευτέρες μπαίνουν μόλις 150 άνθρωποι όλοι κι όλοι, στην καλύτερη μέρα βία 300 σύνολο. Μετά από προσπάθεια, διαφήμιση και προσφορές, αλλαγές στα προϊόντα και ότι άλλο μπορούσατε να σκεφτείτε, πάλι δεν μπαίνει ο κόσμος. Και από αυτούς που μπαίνουν όλο και λιγότεροι ψωνίζουν.
Ναι, δεν βγαίνει. Μπαίνει μέσα. Κι όμως προκειμένου να φανεί “αλυσίδα” συντηρεί καταστήματα σε Αλεξανδρούπολη, Άργος, Ορεστιάδα, Κόρινθο, Ξάνθη, Δράμα και ένα σωρό άλλα μέρη όπου ποτέ δεν φτούρησε τέτοιου είδους αλυσίδα. Καλύτερα να το έκανε fast foodάδικο ίσως. Η λιανική στην Ελλάδα είναι πεδίο λογιστικής δόξης λαμπρό. Αρχικά νόμιζα ότι είναι για μερικούς ανθρώπους που θέλουν να το παίζουν επιχειρηματίες. Κάτι σαν τις μπουτίκ που άνοιγαν την δεκαετία του ’70 στις γυναίκες τους για να έχουν κάτι να κάνουν όταν φεύγουν τα παιδιά από το σπίτι. Αλλά τελικά φαίνεται ότι προσφέρεται για εικονικές μεταφορές ειδών μεταξύ καταστημάτων, εικονικές καταστροφές και ότι άλλο κόλπο μπορείς να περάσεις από τους ορκωτούς λογιστές που λαδώνεις. Κάνεις “όμιλο” εταιρειών, βάζεις αλλού τα ακίνητα, αλλού τις υπηρεσίες σου και παίζεις όλη μέρα στο Excel.
Ασχολείται κανείς; Καθόλου. Ακόμα και οι εισηγμένες εταιρείες, σπανιότατα δέχονται σοβαρά ερωτήματα. Δεν δίνουν στοιχεία, δεν αναλύουν, πετάνε πέντε γενικόλογα μια φορά τον χρόνο και εξαφανίζονται. Τα ΜΜΕ δέχονται τα διαφημιστικά τους budget με χαρά, δεν λένε τίποτα παραπάνω, απλά αναπαράγουν τα δελτία τύπου.
Ζημιωμένος σε κάθε περίπτωση ο καταναλωτής.