“Ο καθένας μπορεί να θυμώσει – αυτό είναι εύκολο. Αλλά το να θυμώσει κανείς με το σωστό άτομο, στο σωστό βαθμό και στη σωστή στιγμή, για τη σωστή αιτία και με το σωστό τρόπο – αυτό δεν είναι εύκολο”. (Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια)
Λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι της μεγάλης πολυκατοικίας κοίταξε γύρω του καχύποπτα. Δεν ήθελε να τον δει κανείς. Η παγωνιά που ανάβλυζε από την ψυχή του τον έκανε να σφίξει πάνω του το παλτό με δύναμη.
“Ποιος είναι;” ακούστηκε μια γυναικεία φωνή από το θυροτηλέφωνο.
“Εεεε… έχω ραντεβού στις έντεκα” απάντησε τραυλίζοντας από αμηχανία.
“Στον τρίτο παρακαλώ” απάντησε η φωνή.
Ανοίγει την πόρτα. Μπαίνει στο ασανσέρ. Τα χέρια του ιδρωμένα. Πατάει το τρία και περιμένει. Οι σκέψεις βούιζαν μέσα στο κεφάλι του.
“Κανείς δεν τον ήθελε. Όλοι του φέρονταν με τον πιο άσχημο τρόπο. Τον καταπίεζαν. Δεν τον συγχωρούσαν. Τον έδιωχναν. Τον έπνιγαν. Και αυτός μετά αντιδρούσε βίαια και έκανε κακό. Δεν το ήθελε αλλά πόση (κατά)πίεση μπορεί να αντέξει κάποιος;”
Φτάνει. Ανοίγει την πόρτα του ασανσέρ. Κοιτάζει γύρω του και έπειτα κατευθύνεται στο βάθος του διαδρόμου. Μπαίνει μέσα.
«Παρακαλώ καθίστε, σε λίγο θα σας δεχτεί».
Η Αμηχανία τον είχε κυριεύσει. Έπρεπε όμως να δώσει τέλος στο Γολγοθά που περνούσε. Βρισκόταν σε απόγνωση. Η ψυχολόγος ήταν η τελευταία του επιλογή.
Η φωνή της κοπέλας τον ταρακούνησε.
«Η κα Διαχείριση σας περιμένει, παρακαλώ περάστε.
Υπογράψτε πριν μπείτε μέσα».
Πλησιάζει, παίρνει ένα στυλό και γράφει το όνομα του με μεγάλα γράμματα «Θυμός».
Ήταν εκείνη η στιγμή που ο Θυμός επισκέφτηκε τη Διαχείριση για ψυχανάλυση.
«Καθίστε αναπαυτικά παρακαλώ» του είπε κοιτάζοντας τον με βλέμμα διαπεραστικό.
«Σας ακούω κύριε. Θυμός είπαμε;»
Αυτός έγνεψε καταφατικά.
«Η ζωή μου έχει γίνει ένα μαρτύριο. Με καταπιέζουν. Με πετάνε σε ένα δοχείο κάθε φορά, που εμφανίζομαι και το μόνο που καταφέρνουν είναι εγώ να διογκώνομαι και να αυξάνομαι. Έτσι δημιουργώ ξεσπάσματα σε στιγμές που δεν πρέπει σε ανθρώπους -συνήθως- που δε φταίνε. Το χειρότερο από όλα είναι ότι όταν φτάνω σε σημείο που δεν αντέχω άλλο και μεταμορφώνομαι σε Πικρία, Ενοχές, Κατάθλιψη ή ακόμα και Φόβο. Δεν μπορώ να το σταματήσω. Έπειτα είναι αυτή η Ένταση, που οδηγει σε έκρηξη!!”.
“Χμμ κατάλαβα!” είπε η ψυχολόγος σκεπτική “Και γιατί αποφασίσατε να έλθετε σε μένα;”
Ερώτηση παγίδα που συνήθιζε να κάνει η Διαχείριση και αποσκοπούσε στη συνειδητοποίηση του ασθενή για το μέγεθος της κατάστασης στην οποία βρίσκεται.
“Διότι πιστεύω πως εσείς Διαχείριση έχετε την ικανότητα να με βοηθήσετε” απάντησε με στόμφο.
“Παρακαλώ συνεχίστε, σας ακούω”.
“Έχω παρατηρήσει ότι όταν κάποιος δε με αποδέχεται, γίνομαι σαράκι που του τρώει τα σωθικά .Έτσι, ο ίδιος δεν μπορεί να βιώσει άλλες χαρές με την ίδια ένταση που θα ήθελε. Χάνει τη γεύση του σε άλλες σημαντικές αισθήσεις στη ζωή του. Το χειρότερο από όλα είναι ότι όταν εγώ καταπιέζομαι ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντλήσει ικανοποίηση μέσα από τη σχέση του με τους άλλους. Βασανίζεται!”.
Η Διαχείρηση τον κοιτάζει και σημειώνοντας κάτι στα χαρτιά της του λέει :
“Λοιπόν, το θέμα είναι ότι πρέπει ο ίδιος ο άνθρωπος να σε αποδεχτεί και να μην προσπαθεί με κάθε τρόπο να σε ξεφορτωθεί. Εσύ, ωστόσο δεν μπορείς να κάνεις από μόνος σου κάτι. Η ύπαρξη σου είναι καθόλα υγιής. Προέρχεσαι από τα συναισθήματα. Είσαι η άμυνα τους όταν θεωρούν ότι έχουν αδικηθεί ή προσβληθεί και το μέσο να θέσουν τα όρια τους. Δεν πρέπει να σε πολεμάνε, αλλά να μάθουν να σε διαχειρίζονται και να σε διοχετεύουν εποικοδομητικά σε διάφορες δραστηριότητες“.
Παύση. Ξεροβήχει και σηκώνει το ακουστικό: “Παρακαλώ ακύρωσε όλα τα ραντεβού για σήμερα θα αργήσω να τελειώσω”.
Κατεβάζοντας το ακουστικό, κοιτάζει το Θυμό και χαμογελώντας λέει: «Λοιπόν πού είχαμε μείνει;»
Οι Δείκτες του ρολογιού έτρεχαν και γύριζαν σαν τρελοί προκαλώντας την Ώρα να περάσει γρήγορα ενώ ο Θυμός και η Διαχείριση μιλούσαν. Τότε η Στιγμή (η γραμματέας της ψυχολόγου) χτύπησε την πόρτα. Έπρεπε να κλείσουν και να ανανεώσουν το ραντεβού τους για μια άλλη μέρα.
Ο Θυμός χαιρέτησε τη Διαχείριση και έφυγε σκεπτικός.
Πόσες φορές άραγε πνίξαμε το θυμό μας; Παραμυθιάσαμε τον εαυτό μας με ένα σωρό δικαιολογίες, προκειμένου να πείσουμε τους άλλους –κυρίως- ότι όλα είναι εντάξει! Το θέμα όμως είναι ποιος θα πείσει εμάς;
Γιατί άραγε το κάνουμε αυτό; Τι μας βάζει θηλιά στο λαιμό και μας πνίγει;
Ο εγωισμός. “Εγώ να δείξω ότι θύμωσα;”
Η δειλία/ο φόβος. Πιστεύουμε ότι θα μας απορρίψουν αν τον εκφράσουμε!
Το περιβάλλον. Μεγαλώνουμε μαθαίνοντας να πνίγουμε αυτό που αισθανόμαστε και μέσα σε άλλα την απογοήτευση και το θυμό μας!
Τον χαρακτηρίζουμε ως κατώτερο συναίσθημα και συνεπώς τον πνίγουμε.
Δεν τον αποδεχόμαστε με αποτέλεσμα να τον θάβουμε αντί να τον πετάξουμε μακριά.
Και η λίστα δεν τελειώνει.
Ας δεχτούμε το θυμό μας, ας τον κατανοήσουμε και ας τον εκφράσουμε αφού τον αφήσουμε να καταλαγιάσει.
Τα καταπιεσμένα μπινελίκια είναι αυτά που τραβάνε τη σκανδάλη στο όπλο που στοχεύει στην ψυχική μας ηρεμία!