Περιμένεις, να χαρείς.
Όλα σου τα χαμόγελα στην αναμονή για εκείνον που θα έρθει και θα ανεβάσει το διακόπτη, όπως ανάβει κανείς το φως, μια σκονισμένη λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, που μοιάζει με αποθήκη με κούτες γεμάτες στιγμές, όνειρα, ελπίδες.
Περιμένεις, εκείνον τον άνθρωπο που θα σου προσφέρει όσα νιώθεις πως δεν δύνασαι εσύ να πραγματοποιήσεις, γιατί η ευτυχία σου εξαρτάται μονίμως από τους άλλους. Η καλημέρα σου από την καλημέρα τους, το τραγούδι σου από τη φωνή τους, το γέλιο σου από τα χείλη τους.
Κι όταν ρωτούν αν είσαι ευτυχισμένος, όχι, απαντάς και επιρρίπτεις ευθύνες. Σε όσους σε πλήγωσαν, σε όσους σε ξέχασαν, σε εκείνους που δεν άναψαν το φως, σε αυτούς που δεν ήρθαν ποτέ.
Μένεις κολλημένος σε ένα παρελθόν που φάνταζε ιδανικό – κι ίσως να ήταν, μα τελείωσε πια. Δεν μπορείς να προχωρήσεις γιατί το σημαντικότερο μάθημα από όλα δεν το έμαθες, όσα βιβλία κι αν άνοιξες:
Η ευτυχία δεν χαρίζεται. Κερδίζεται.
Όταν έχει σκοτάδι, ανάβουμε μόνοι μας το φως. Στις κούτες, βάζουμε μονάχα άχρηστα αντικείμενα, ενθύμια, παρελθόν. Τα όνειρα και τις ελπίδες μας, τα τοποθετούμε σε περίοπτη θέση, έχοντας πάντα στο νου μας, να αφήσουμε χώρο για τις στιγμές που θα έρθουν, και όντας πάντα σε ετοιμότητα, να τις ζήσουμε προτού χαθούν.
Γιατί οι στιγμές κρατάνε όσο ένα πυροτέχνημα, γεννιούνται για να χαθούν, αυτός είναι ο προορισμός τους.
Υπάρχουν, μέχρι τις επόμενες και όλες μαζί γίνονται αναμνήσεις που νικούν το χρόνο, όσο τον σέβονται.
Γιατί ο χρόνος μπορεί να γίνει αδίστακτος αν τον χλευάσεις,
ξοδεύεται γρήγορα αν δεν τον μετρήσεις σωστά,
δε σου αφήνει ούτε στιγμή, ούτε ανάμνηση αν τον σπαταλήσεις.
Και ο χρόνος ξέρει, πως κανείς δεν είναι δυνατότερος από την ευτυχία που σου αξίζει.
Ούτε καν εσύ.
πηγή: www.anapnoes.gr