‘Κοιτάζει τον εαυτό της στον καθρέφτη. Βλέπει το είδωλό της να της χαμογελά μα εκείνη κάθεται ανέκφραστη και σκεφτική. Σκέφτεται όσα συνέβησαν στη ζωή της και πονά… Ένα δάκρυ κυλάει από τα μάτια της μα γίνεται κρύσταλλο πάνω στο παγωμένο μάγουλό της. Έχει ήδη αρχίσει και κρυώνει πολύ! Είναι το μόνο που νιώθει τον τελευταίο καιρό… κρύο, τίποτα άλλο!
Κρυώνει τόσο πολύ που νομίζει πως η καρδιά της θα σταματήσει… μα έχει ήδη σταματήσει να λειτουργεί από τότε που την κάλυψε ο πάγος. Πότε έγινε αυτό άραγε; Προσπαθεί να θυμηθεί. Της είναι δύσκολο, γιατί η καρδιά της ήταν πάντα πλημμυρισμένη από αγάπη… αγάπη για όλους τους άλλους και για τον εαυτό της τίποτα…
Μα την αγάπη την προσφέρεις χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς όρους και διαπραγματεύσεις. Κι όταν δίνεις αγάπη τότε γεμίζει η καρδιά σου με περισσότερη ακόμα. Τι πήγε στραβά; Γιατί η δική της καρδιά πάγωσε; Κρυώνει πολύ! Και μαζί με το κρύο στην καρδιά της πάγωσαν και τα όνειρα, οι ελπίδες και η χαρά στη ζωή της. Νιώθει ανήμπορη να αντιδράσει και κρυώνει, κρυώνει πολύ! Νιώθει άδεια και απογοητευμένη.
Η αγκαλιά της ήταν πάντα ανοιχτή και τώρα που έχει ανάγκη η ίδια για μια αγκαλιά να την ζεστάνει δεν είναι κανείς κοντά να της την προσφέρει. Κι αυτό το είδωλο στον καθρέφτη εξακολουθεί και της χαμογελά. Μα πώς; Οι εκφράσεις στο πρόσωπό της έχουν παγώσει κι αυτές! Δεν καταλαβαίνει τίποτα πια… και κρυώνει πολύ! Τυλίγει τα χέρια της γύρω από το κορμί της για να ζεσταθεί. Και ξαφνικά καταλαβαίνει, τα καταλαβαίνει όλα.
Η καρδιά της πάγωσε γιατί επέτρεψε στους άλλους να την εκμεταλλευτούν, να ρουφήξουν μέχρι και την τελευταία σταγόνα της αγάπης της. Η καρδιά της πάγωσε γιατί οι άλλοι, οι ‘αχόρταγοι άλλοι’ μην έχοντας τι άλλο να πάρουν από εκείνη, την κατηγόρησαν για σκληρότητα, της είπαν πως δε νοιάζεται πια γι’ αυτούς. Της κρέμασαν την ταμπέλα της απόμακρης και της δυνατής. Η καρδιά της πάγωσε γιατί πληγώθηκε πρώτα η ίδια προτού πληγώσει τους άλλους. Η καρδιά της πάγωσε γιατί την κυρίευσε ο θυμός και την εγκλώβισαν οι τύψεις. Και παραλίγο να γίνει κι εκείνη σαν τους ‘αχόρταγους άλλους’. Η καρδιά της πάγωσε γιατί είχε στο μυαλό της την εξιδανικευμένη αγάπη, κι αυτή η αγάπη δεν ήρθε ποτέ. Κι απογοητεύτηκε…
Εξακολουθεί και κρυώνει!
Η καρδιά της πάγωσε γιατί ήξερε να κρύβει καλά όσα ένιωθε η ίδια! Η καρδιά της πάγωσε γιατί δεν διεκδίκησε ποτέ την αγάπη που της αναλογούσε. Τυλίγει τα χέρια της πιο σφιχτά γύρω από το κορμί της. Κρυώνει λίγο λιγότερο.
Το είδωλό της στον καθρέφτη της γελά με περισσότερη θέρμη κι εκείνη καταλαβαίνει πως απέναντί της στέκεται ο άλλος της, ο πραγματικός της εαυτός! Αυτός που πλημμυρίζει από αγάπη κι ευτυχία, αυτός που διεκδικεί την αγάπη, αυτός που εκφράζει όσα νιώθει και τα καλά και τα άσχημα, και τα πικρά και τα γλυκά, αυτός που τολμά να κάνει μια νέα αρχή, μα πάνω από όλα, αυτός ο εαυτός που την αποδέχεται για ό,τι η ίδια είναι, ο εαυτός της που την αγαπά. Το είδωλό της απλώνει το χέρι και την καλεί να γίνουν ένα. Απλώνει κι εκείνη το δικό της χέρι και νιώθει σιγά – σιγά τη ζέστη να ρέει σε όλο της το κορμί και την καρδιά της να χτυπά όλο και πιο δυνατά.
Νιώθει έτοιμη να γεμίσει την καρδιά της η αγάπη, η πραγματική αγάπη, εκείνη που θα της ξαναχαρίσει το χαμόγελο και την ευτυχία.’ Μην αφήνεις την καρδιά σου να την εγκλωβίσει ο ψυχρός πάγος. Αγάπησε τον εαυτό σου και δώσε του την ευκαιρία να νιώσει την πραγματική αγάπη, την αγάπη που κρύβεται στα απλά και καθημερινά, στα αληθινά κι όχι στα εξιδανικευμένα.