O συναγερμός στο εργοστάσιο ήταν σπάνιος αλλά όλοι ήξεραν ακριβώς τι έπρεπε να κάνουν. Σταμάτησε η γραμμή παραγωγής. Έκλεισαν ερμητικά με ταινίες όσα προϊόντα ήταν ήδη στα κουτιά τους. Όλοι οι εργαζόμενοι στην εταιρεία παραγωγής παζλ καθώς φρόντιζαν τα πόστα τους και έβαζαν προσεκτικά σε σακούλες τα πάντα, άρχισαν να μαζεύονται γύρω από την νεαρή που είχε δει το πρόβλημα, το χειρότερο που μπορεί να γίνει σε τέτοια δουλειά.
Ένα κομμάτι στο πάτωμα.
Για κάποιους ανθρώπους ο θάνατος είναι το παν. Για άλλους δεν είναι τίποτα. Είτε ανοίγει είτε κλείνει η πόρτα σε ασανσέρ δεν κάνει μεγάλη διαφορά. Είτε βάζεις κομμάτια για να φτιάξεις το παζλ ή όταν τα διαλύεις για να ξαναμπούνε στη σακούλα να πουληθούν. Αυτά σκεφτόταν τώρα που έπρεπε να φτιάξουν όλα τα παζλ που ήταν ακόμα ανοιχτά. Γιατί είναι η νούμερο ένα εταιρεία παζλ στον κόσμο και δεν πρόκειται να βγει από εδώ μέσα παζλ που του λείπει κομμάτι. Σε αυτές τις περιπτώσεις η Διοίκηση έβαζε στα μεγάφωνα κλασική μουσική και όλοι αμίλητοι απλά έφτιαχναν παζλ μέχρι να βρεθεί από που λείπει το κομμάτι. Όσοι παίζουν τα όργανα σε αυτό το κομμάτι, σκέφτηκε η νεαρή κοπέλα, είναι τώρα πεθαμένοι, αλλά οι συνάδελφοι σιγοσφυρίζουν τον γνωστό σκοπό σα να μην τρέχει τίποτα. Σα να είναι μουσική στο ασανσέρ που μπαίνεις και βγαίνεις, σα να μην έχει σημασία.
Ίσως δεν έχει. Άλλωστε κι ο πελάτης που θα φτιάξει το παζλ αν πουληθεί κατά λάθος παζλ με κομμάτι που λείπει, μπορεί να νομίσει ότι αυτός έχασε το κομμάτι κάπου στο σπίτι του, κάπου να έπεσε στο τραπέζι ή να πιάστηκε στο τραπεζομάντηλο που του είπε η γυναίκα του τρεις φορές να βγάλει πριν αρχίσει με το παζλ αλλά δεν την άκουσε. “Οι γυναίκες δεν ξέρουν να αγαπάνε. Είναι βδέλλες”, σκέφτηκε και συνέχισε. Άλλωστε αν μόνο ένα κομμάτι λείπει σε ένα τελειωμένο παζλ το τελείωσες όσο αν δεν λείπει κανένα. Η αμνησία, η λήθη, είναι ένας καθημερινός θάνατος για όσους δεν φοβούνται να το παραδεχτούν και να το συνηθίσουν. Αν παρατούσε τη γυναίκα του, αυτή θα έβρισκε άλλον άντρα να του ρουφάει το αίμα.
Η νεαρή κοπέλα που είδε το κομμάτι στο πάτωμα εκείνη την ημέρα τον είχε πηδήξει άλλωστε μάλλον, είχε πηδήξει σχεδόν όλους στην μεσαίου μεγέθους επαρχιακή αυτή πόλη. Καμιά φορά όταν ξυπνούσε σε άλλο κρεβάτι, δίπλα σε άλλον άντρα, άλλο πουλί, άλλον ιδρώτα και τους έβλεπε να ντύνονται αναρωτιόταν τι να έκαναν όλοι οι άλλοι που είχε πηδήξει άλλες μέρες και τους είχε δει να ντύνονται να πάνε στις γυναίκες-βδέλλες τους και στις δουλειές τους. Καμιά φορά φανταζόταν ότι δεν είναι ζωντανοί άνθρωποι αλλά κούκλες σε μαγαζί με ρούχα έτσι που στέκονταν για λίγο να κοιταχτούνε στον καθρέφτη, να σιγουρευτούνε ότι δεν φαίνεται στην εμφάνισή τους το ξενοπήδημα. Καμιά φορά περνούσε βιτρίνες και έβλεπε κούκλες με ρούχα και φανταζόταν ότι θα ζωντανέψουν και θα την πηδήξουν. Συνήθως ξανάπεφτε για ύπνο και έμπλεκαν στο μυαλό της όλα τα κρεβάτια, τα πουλιά, τα μανεκέν και οι ιδρώτες, χωρίς τέλος και αρχή, μια αναζήτηση διαρκής, σα βρυκόλακας της πόλης λειτουργεί ενωτικά, μια αόρατη κλωστή από ιδρώτα και σπέρμα μέσα της σαν παζλ τελειωμένο που το σηκώνεις και μένει κολλημένο.
Αυτή φοβάται τη μοναξιά και όλοι οι άλλοι γύρω της φοβούνται μην πουληθεί ένα παζλ από το οποίο λείπει το κομμάτι που κρατάει στο χέρι.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να απολαύσεις την ησυχία. Ο θάνατος φαντάζομαι είναι η απόλυτη ησυχία αλλά λίγο πιο εδώ ο ύπνος, ο μικρός θάνατος. Κάποιοι λένε ότι ο διαλογισμός είναι καλή λύση, εγώ δεν βλέπω λόγο να πεθαίνω για λίγο ακόμα παραπάνω κάθε μέρα αφού θα κοιμηθώ κιόλας μετά. Αποφασίστε. Άλλη η ησυχία το πρωί που τρως πρωινό και δεν θέλεις ακόμα μουσική. Άλλη η ησυχία όταν κάθεσαι στο παγκάκι στο πάρκο κι άλλη στη χέστρα. Πάλι κάθεσαι, πάλι ησυχία έχει, αλλά διαφορετική. Άλλη ησυχία στα Τρίκαλα, άλλη στην Καλαμάτα. Δε μιλάς όταν το μυαλό σου είναι αλλού στο μάθημα, δε μιλάς όταν με το ζόρι κρατιέσαι να μην σκοτώσεις τον ηλίθιο που σου κλείνει τον δρόμο χωρίς λόγο. Δεν είναι το ίδιο όμως. Το κλειστό στόμα του πρωινού στον ήλιο δίπλα στην πισίνα σχεδόν λιπόθυμος και ζαβλακωμένος, το ίδιο κλειστό στόμα το βράδυ καθώς τακτοποιείς την κουζίνα, δεν είναι η ησυχία ένα πράγμα, είναι χίλια, αλλιώς ακούς την σκέψη σου στην μπανιέρα, αλλιώς στο ντους, αλλιώς στη σάουνα κι ας είσαι μόνος και στα τρία.
Η πιο τρομακτική ησυχία χάνεται στον χώρο γύρω σου, νομίζεις ότι ρούφηξε τους ήχους το τοπίο. Αλλά γυρνάει εκατό φορές μεγαλύτερη, τραντάζει αθόρυβα τη Γη κάτω από τα πόδια σου, μπαίνει στο μεδούλι σου, σπάει τα κόκκαλα και κάθε αντίσταση, τρυπώνει στην ψυχή σου και ουρλιάζει μέχρι που πρέπει να την σπάσεις και να μιλήσεις.
“Δεν έχει σημασία τα γαμωκόμματο του μαλακισμένου παζλ.”
Οι υπόλοιποι ακόμα έφτιαχναν μανιωδώς παζλ, άκουγαν παλιά κλασική μουσική, δεν είχαν κάνει αντίστοιχη φιλοσοφική ανάλυση στα κεφάλια τους, συνέχισαν αμέριμνοι. Η κοπέλα σήκωσε πάνω από το κεφάλι της το κομμάτι που είχε βρει. Την είδαν. Σταμάτησαν. Κανείς δεν είχε δει το κομμάτι, χωρίς αυτό κανείς δεν θα ήξερε από πιο παζλ ήταν καν. Όλο το περιεχόμενο του εργοστασίου θα έπρεπε να περάσει από κόσκινο. Για αυτήν την μεσαίου μεγέθους ψιλοαποτυχημένη επαρχιακή πόλη οι επιπτώσεις θα ήταν ολέθριες, μπορεί να μην προλάβαιναν καν να πάνε σε αγώνες χάντμπολ για 1-2 εβδομάδες μέχρι να το λύσουν το θέμα, μπορεί να καταστρεφόταν το εργοστάσιο και να έμεναν άνεργοι, κανείς δεν ήξερε πόσο μεγάλη ζημιά θα προκαλούσε.
Ο διευθυντής είδε από ψηλά από το παράθυρο του γραφείου του ότι κάτι περίεργο είχε γίνει στο εργοστάσιο. Πετάχτηκε προς τα εκεί και είδε έναν κύκλο γύρω από την κοπέλα, σα ζόμπι την πλησίαζαν υπνωτισμένοι από το κομμάτι παζλ που κρατούσε ψηλά. Κι αυτός την είχε πηδήξει βέβαια την κοπέλα, όχι θα ξέφευγε, δεν είναι τόσο μεγάλη επαρχιακή πόλη και είναι αφεντικό, όταν την προσέλαβε φρόντισε να την πάρει πρώτος από όλους, αφεντικό είναι, όχι αστεία, επιβάλλει την εξουσία του, χωρισμένος άλλωστε, γιατί να μην την πηδήξει; Κι όταν αυτή μεταξύ πηδημάτων βρήκε στο ράφι ένα άλμπουμ με φωτογραφίες γάμου αναρωτήθηκε πως άντεξε δέκα χρόνια παντρεμένος, πως ήταν νέο ζευγάρι άραγε, πως πηδιόντουσαν στο ίδιο κρεβάτι που την είχε ξεπετάξει τώρα κάπως άτσαλα όλο με διαταγές τι και πως να το κάνει, καθώς χτύπησε το τηλέφωνο και τους διέκοψε, αυτός και στο τηλέφωνο πετούσε με καταιγιστικό ρυθμό διαταγές: “Άκου θέλω το πιεστικό μου, να το έχεις έτοιμο να το πάρω όταν περάσω για τα παιδιά στις 10 το Σάββατο.” Και έτσι για σπάσιμο το Σάββατο στις 10 είχε πηδήξει και την πρώην του και τον περιμένε κι αυτή μέσα στο σπίτι της πρώην του και τον άκουσε να λέει εκνευρισμένος στην είσοδο “τι εννοείς είναι στην αποθήκη το πιεστικό; Σου είπα χθες να το έχεις έτοιμο στις 10 που θα έρθω για τα παιδιά!” και γέλασε μέσα της καθώς χτενιζόταν. Δεν είναι οι σχέσεις σαν τα πιεστικά ή αντικείμενα που τα χρωστάς και τα επιστρέφεις μάλλον.
Είχε μακριά μαλλιά, ως τον κώλο κυριολεκτικά, μαγικά μαλλιά. Κινηματογραφικά μαλλιά που πετάνε σπίθες όταν σε καβαλάει να σου κάνει έρωτα έτσι όπως της αρέσει γιατί ξέρει ότι τρελαίνεσαι να βλέπεις τα μακριά μαλλιά της που είναι τόσο μακριά ώστε να σου χαϊδεύουν την κοιλιά καθώς λικνίζεται και νομίζεις ότι μπαίνουν μέσα σου να ερεθίσουν κάθε ακρούλα σου κάπως μαγικά μέσα από τις φλέβες παντού καυτά μέχρι που όλη η μεσαίου μεγέθους επαρχιακή σου πόλη ανατινάζεται στο κεφάλι σου, πέφτει, γκρεμίζεται, κλαις από ηδονή, συγκίνηση ή κάτι που δεν ήξερες ότι υπήρχε πιο πριν, αλλά η οπτασία που σε καβαλάει προσπαθεί να τα μαζέψει τα ατελείωτα μαλλιά και λέει “γαμώ τα μαλλιά μου!” και εσύ ουρλιάζεις “ναι! Ναι! Γαμώ τα μαλλιά σου!” Ακόμα κι αν δεν παίρνεις στα σοβαρά την ζωή εσύ, μπορεί κάτι να γίνει που σε αναγκάζει να πάρεις ξαφνικά στα σοβαρά τον θάνατο.
Η κοπέλα με δραματικό τρόπο, αλλά άμεση και γρήγορη κίνηση, έριξε το κομμάτι πάζλ στο στόμα της και το κατάπιε.
O Αλέκος Γκονζαλεζίδης ξέρει από μαλλιά. Έχει μουστάκι. Αν αναρωτιέστε γιατί λέει “κεφάλαιο 5” στον τίτλο αυτό το κείμενο είναι επειδή ενώ χάιδευε την μουστάκα του ο Αλέκος έγραψε κι άλλα από την ίδια ιστορία που θα τα βρείτε εδώ.