Δεν είμαι πια σίγουρος ποιά θεία ήταν. Μπορεί να μην ήταν καν συγγενής. Αλλά μόλις είδα τις καραμέλες με την αγελαδίτσα με πλημμύρισαν γλυκά συναισθήματα. Έτσι αραδιασμένες, μπόλικες μπόλικες στο κατάστημα με μετέφεραν στο σαλόνι, εκείνο το άψογο μαυσωλείο που λένε ακόμα πολλοί το “επίσημο” σαλόνι του ελληνικού σπιτιού.
Με τα κλασσικά έπιπλα, τα πατάκια, τα καλύματα στις άκρες του καναπέ. Και εκεί στο τραπεζάκι, το άβολα χαμηλό τραπεζάκι με τα ηλίθια φινιρίσματα, το τραπεζάκι που αν δεν το ξεσκόνιζες καθημερινά φαινόταν στο μάρμαρο (άρα το ξεσκόνιζε δυο φορές την μέρα!) υπήρχε ένα μπωλ. Όχι μπωλ ότι κι ότι. Είχε έρθει δώρο από τον ξάδελφο που ήρθε από Ουγγαρία. Έχει ιστορία. Κιτς μεν, αλλά με ιστορία! Μπορεί να ήταν και δώρο γάμου από αυτά που ντρέπεσαι να πετάξεις γιατί φαίνονται πολύπλοκα και ακριβά.
Και οι αγελαδίτσες πάντα εκεί. Μπόλικες μπόλικες. Περίμενες να σου δώσει το ΟΚ η θεία και αν δεν κοιτούσαν οι γονείς έπαιρνες κι άλλη μια καραμέλα. Μετά έπρεπε να την μασήσεις χωρίς να κολλήσουν τελείως τα δόντια σου για να μπορείς να απαντήσεις αν σε ρωτήσουν κάτι. Για κάποιο λόγο προκαλούν έντονο σαλιάρισμα επικίνδυνο για τους καλούς σου τρόπους.
Για όλες τις ελληνίδες θείες του κόσμου λοιπόν. Ειστε ανόητες, υπερβολικές και σας λατρεύω.