Ο φραπέ ποτέ δεν ήταν ελληνικό προϊόν. Βραζιλιάνικος καφές από Ελβετική εταιρεία ήταν. Το γάλα που βάζαμε Ολλανδικό. Το μηχάνημα που τον ανακάτευε Κινέζικο συνήθως. Από τα συστατικά του μόνο το νερό ήταν ελληνικό τελικά. Απόδειξη ζωής η ύπαρξη νερού, απόδειξη ύπαρξης θεού ο φραπέ. Ήταν το τέλειο παράδειγμα της βλακείας που μας δέρνει. Χείριστης ποιότητας ρόφημα που κατέστρεφε το στομάχι στους πιο πολλούς αλλά εμείς του φερόμασταν σαν να ήταν αμβροσία. Ειδικά οι Θεσαλλονικείς που είχαν και το τουπέ ότι εκεί εφευρέθηκε, έκαναν σαν να κατέβαινε από τον Όλυμπο κάθε μέρα το νέκταρ των θεών για να μπει στα υπερμεγέθη ποτήρια που κοσμούσαν αμάξια και γραφεία όλη μέρα.
Σαν το ξεραμένο σίχαμα ενός μισοτελειωμένου φραπέ όμως το “ελληνικό” αυτό προϊόν δεν άντεξε. Όπως μας πατάνε οι Ιταλοί στο ελαιόλαδο, έτσι και με τον καφέ. Μια χώρα που δεν έχει καν καφέ, ξέρει από marketing πολύ καλύτερα από εμάς. Ο φραπές έγινε φρέντο εσπρέσσο, φρέντο μακιάτο λούνγκο φρέντο φρέντυ γερμανός και κάλντο φορμαέλα τρικολόρε. Τελικά μάθαμε εμείς λατινικά αντί να μάθουν αυτοί φραπέ.
Ο φραπές θα μπορούσε να είναι ακόμα και τώρα που δεν τον πολυπίνουμε εθνικό μας σύμβολο. Κανείς δεν γκρίνιαξε για τον τρόπο που κλίνεται. Επιλεκτικές ευαισθησίες. Φραπέδες, φραπεδιές και φραπεδάκια λεξιπλάσαμε σαν τον Καζαντζάκη ελεύθερα. Η Άνγκελα Μέρκελ πίνει από την καφετιέρα φίτρου μαζί με τους υπουργούς της, δυο ευρώ κόστισε όλο μαζί εκεί. Εμείς δεν χρειαζόμαστε πια φραπέ. Όσο πληρώνουν οι βλάκες οι Ευρωπαίοι τον λογαριασμό, παραγγέλνουμε ο καθένας ξεχωριστά στο γραφείο φρέντο μακιάτο, σκάμε δυο ευρώ ο καθένας και το παίζουμε και μάγκες.
Η ζωή του Έλληνα είναι σαν καφές. Δεν έχει σημασία τι καφές. Άλλος τον φτιάχνει, άλλος τον πληρώνει, πίνουμε το καλό, αφήνουμε το κατακάθι και φροντίζουμε κάποιος μαλάκας να μαζέψει μετά τα ποτήρια.