«Δεν πιστεύω όταν σ’έχει ενοχλήσει κάτι που σου είπε ή έκανε κάποιος να δείχνεις θυμωμένη ή πειραγμένη; Δεν θα δείξεις ποτέ πως θύμωσες. Όχι μόνο δεν θα σταματήσεις να μιλάς ή θα κρατάς μούτρα, αλλά, τότε είναι που θα κάνεις σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Μη δώσεις ποτέ τέτοια χαρά και ειδικά σε κάποιον τρίτο. Αποστασιοποιήσου με ευγένεια και αν περιμένεις αρκετά στην όχθη του ποταμού, θα δεις τα πτώματα των εχθρών σου να περνούν επιπλέοντας από μπροστά σου».
Έχω παρατηρήσει πως οι πλέον συνηθισμένοι τρόποι έκφρασης του θυμού είναι δυο. Ο ένας είναι αυτός που περιέγραψα παραπάνω και ο άλλος είναι η καθαρή ή η καλυμμένη επιθετικότητα. Κάποιοι φωνάζουν, χειροδικούν, εκτοξεύουν πράγματα, βρίζουν, απειλούν. Άλλοι χρησιμοποιούν ειρωνεία, χιούμορ ή παθητικοεπιθετικά σχόλια, άλλοι τερματίζουν απότομα σχέσεις γιατί φοβούνται τη σύγκρουση και άλλοι γίνονται απόμακροι, σιωπηλοί, ψυχροί ή θλιμένοι ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν τη συγκρότηση του εαυτού τους. Σε όλες αυτές τις συμπεριφορές υπάρχει κάτι κοινό. Ο φόβος ή οι ενοχές για το θυμό και το μπέρδεμα γύρω απ’αυτόν.
Ο θυμός είναι το πιο παρεξηγημένο, ενοχοποιημένο και το συναίσθημα που ανεχόμαστε λιγότερο απ’όλα. Έχει την εικόνα κάτι του μεγάλου και ανεξέλεγκτου, που εάν το αφήσουμε ελεύθερο θα καταστρέψει τα πάντα. Κάτι που το κάνει ακόμα πιο μπερδεμένο είναι τα αντιφατικά μηνύματα που παίρνουμε από παιδιά. Μαθαίνουμε ότι δεν είναι αποδεκτό να θυμώνουμε, αλλά από την άλλη μεριά βιώνουμε την οργή ή τον θυμό από τους ενήλικους, είτε άμεσα είτε με την έμμεση μορφή της παγερής αποδοκιμασίας.
Ας φανταστούμε λοιπόν τι συμβαίνει εάν ένα παιδί στην προσπάθειά του να εκφράσει ένα συναίσθημα θυμού προς το γονιό έχει ν’αντιμετωπίσει αποδοκιμασία ή απόρριψη ή κάτι που θα βιώσει ως απώλεια αγάπης. Αρχίζει και καταγράφεται ως εμπειρία ότι η έκφραση του θυμού προκαλεί κινδύνους -ή να το πω πιο απλά, η “χασούρα” είναι μεγαλύτερη απ’το “κέρδος”-. Όμως ο θυμός είναι σχεδόν αναπόφευκτος και έτσι έρχεται η στιγμή που πρέπει να πάρει μερικές αποφάσεις για το τι να κάνει όταν τον νιώθει. Συνήθως αποφασίζει να σπρώξει το συναίσθημα προς το κάτω, να το κρατήσει μέσα του. Δεν είναι τυχαίο που τις περισσότερες φορές κάτω απ’τη θλίψη βρίσκεται θυμός που δεν έχει εκφραστεί και έχει αναστραφεί. Έτσι ξεκινάει η παρέμβαση στην υγιή ανάπτυξη. Ο οργανισμός όμως επιδιώκει συνεχώς να φτάσει σε ομοιόσταση με το να εκφράζονται τα συναισθήματα για να μπορέσει να επιτευχθεί μια αίσθηση ικανοποίησης, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει την επόμενη ανάγκη του, συνεχίζοντας έτσι τον αέναο κύκλο της ανάπτυξής του. Η έκφραση του συναισθήματος θα γίνει με ή χωρίς τη συνεργασία της επίγνωσής μας.
Ο θυμός θα εκτονωθεί. Το παιδί -και αργότερα ως ενήλικας- μπορεί να αναστρέψει το θυμό του. Θα κάνει στον εαυτό του αυτό που θα ήθελε να κάνει στους άλλους. Μπορεί να αυτοτραυματίζεται, να ξεριζώνει τούφες απ’τα μαλλιά του, να συσφίξει τους μυς προκαλώντας πονοκεφάλους κλπ. Κάποιος άλλος μπορεί να ανακλά το θυμό του χωρίς να εκφράζει το γνήσιο συναίσθημα σε καμία περίπτωση. Μετά από ένα διάστημα ξεχνά ακόμη και ποιο ήταν. Όμως, η ενέργεια παραμένει και πρέπει να εκφραστεί. Γίνεται σωματικά επιθετικό και νιώθει καλά αλλά όχι για πολύ. Δοκιμάζει ξανά προσπαθώντας να αναδημιουργήσει την καλή αίσθηση. Υπάρχουν και παιδιά που θα εκφραστούν σωματικά είτε με επεισόδια νυχτερινής ενούρησης είτε με τη συγκράτηση των κενώσεων. Αρκετά συνηθισμένο είναι και το να προβάλλουμε το θυμό μας σε άλλους και να φανταζόμαστε πως οι άλλοι είναι θυμωμένοι μαζί μας. Ο θυμός είναι το πιο δύσκολο συναίσθημα που χρειάζεται να εκφράσει ένα παιδί. Μπορεί να βρει τον τρόπο για να εκφράσει άλλα συναισθήματα όπως φόβο ή χαρά αφού αυτά τα ανέχονται εύκολα οι γονείς και η κουλτούρα μας. Έτσι, μεγαλώνει αντιμετωπίζοντας το θυμό ως κάτι κακό.
Τα καλά νέα είναι ότι οι άνθρωποι έχουμε τη δυνατότητα να ξεμάθουμε και να ξαναμάθουμε νομίζω τα πάντα. Για το πως εκφράζω το θυμό μου χωρίς να κακοποιώ ούτε εμένα ούτε τους άλλους, είμαι σίγουρη πως όλοι μπορούμε.
Ο λόγος που περιέγραψα τα παραπάνω είναι για να δούμε πόσο σημαντικό είναι να αποκτήσω επίγνωση για το τί κάνω και πώς το κάνω. Πότε θυμώνω, τι τον κάνω το θυμό μου; Είναι σημαντικό να δω πως ως παιδί δεν είχα επιλογές γιατί εξαρτιόμουν από άλλους. Όμως, στο σήμερα, ως ενήλικας έχω πολλές επιλογές.
Έχω την επιλογή να πω στον άλλον «όταν συμπεριφέρθηκες ή μου μίλησες μ’αυτόν τον τρόπο κλπ, εγώ θύμωσα και χρείαζομαι απόσταση ή να ακούσω συγγνώμη ή θέλω να το συζητήσουμε» Μοιράζεσαι το συναίσθημά σου και αυτό είναι σημαντικό γιατί έτσι όχι μόνο τοποθετείσαι σε μια σχέση, αλλά συμπεριλαμβάνεις και τον άλλον. Το να έχω θυμώσει μαζί σου και να μη στο λέω, δεν έχει καθόλου το «μαζί», είμαστε και οι δυο μόνοι μας. Όταν ρωτάω τους ανθρώπους «τι πιστεύεις πως θα συμβεί εάν πεις στον άλλον πως θύμωσες;» Η απάντηση είναι πάντα η ίδια. «Φοβάμαι πως η σχέση θα διαλυθεί». Αυτός ο φόβος είναι η καταγεγραμμένη εμπειρία που περιέγραψα παραπάνω. Εάν συνεχιστεί ο παλιός τρόπος, είναι βέβαιο πως η σχέση θα καταστραφεί. Ξέρω πως ακούγεται δύσκολο γι’αυτό πάντα προτείνω στην αρχή να το κάνουν με ανθρώπους και σε σχέσεις που αισθάνονται ασφαλείς. Με κάποιο καλό φίλο, ίσως αδέρφια, τον θεραπευτή τους. Βοηθάει επίσης να είναι απόλυτα ξεκάθαρο πως ο θυμός είναι απλά ένα συναίσθημα όπως τα υπόλοιπα, δεν έχει να κάνει με επιθετικότητα η οποία είναι συμπεριφορά.
Ο καινούργιος τρόπος έχει μόνο χαρά, ενηλικίωση, φροντίδα για τον εαυτό μου, για τους άλλους, τη σχέση και κυρίως, δεν αφήνω ανοιχτούς λογαριασμούς που είναι ένας σίγουρος τρόπος για να παραμείνουμε ανικανοποίητοι και καθηλωμένοι.
Γράφει η Νάσια Ευθυμιοπούλου, Ψυχοθεραπεύτρια Gestalt
www.efthimiopoulou.wordpress.com
Πηγή: exostispress.gr