Τους είδα σε ένα casual εστιατόριο στο Λονδίνο. Εγώ περίμενα την παραγγελία μου για take-out και στο μπροστινό τραπέζι αυτοί. Δεν θα έριχνα δεύτερο βλέμμα, αλλά παρατήρησα κάτι που με παραξένεψε. Η οικογένεια είχε τρία παιδιά, δύο γύρω στα 5 και ένα γύρω στα 3 ετών, δεμένο χειροπόδαρα σε καροτσάκι όπου κανονικά βάζεις ένα μωρό. Αυτό κίνησε την περιέργειά μου και διακριτικά παρακολούθησα με φρίκη αυτό που ακολούθησε.
Το “μωρό” ήταν σε άθλια κατάσταση, πώς βλέπεις ένα πραγματικά συγχυσμένο άτομο; Λουσμένο στον ιδρώτα, κλαψούριζε σιγανά και με παράπονο, προσπαθούσε να ξεφύγει από τα δεσμά του (ήταν κυριολεκτικά δεμένο μέσα στο καρότσι παρόλο που του έπεφτε λιγάκι μικρό και στενό). Ήταν και καλοκαίρι και φαντάστηκα για μερικά λεπτά πώς πρέπει να αισθάνεται σε αυτήν την κατάσταση. Τα ματάκια του λαμπερά, με full on παράπονο και μια απελπισμένη παραίτηση που μόνο σε ενήλικες σε σοβαρά άσχημες καταστάσεις έχω ξαναδεί.
Σε κάποια φάση, άπλωσε το χέρι του να πάρει το μπιμπερό με το νερό. Η μάνα του αμέσως του το έκρυψε και αφού πλησίασε το κεφάλι της πολύ κοντά στο σαστισμένο βλέμμα του μικρού, του είπε κάτι με φοβερά αγριεμένο και θυμωμένο ύφος. Εγώ αναρωτιόμουν τι στο καλό έκανε το μικρό να αξίζει τέτοια μεταχείριση.
Όταν ο τραμπούκος-μάνα απομακρύνθηκε από το πρόσωπο του 3χρονου, παρατήρησα τα μάτια του. Είχε ένα απλανές βλέμμα. Η απελπισία το είχε συνεπάρει. Χαμήλωσα το κεφάλι με αγανάκτηση και ζύγιζα την περίπτωση να τους μιλήσω. Αν πίστευα ότι δεν θα ξεσπούσαν στο μικρό, θα το έκανα. Τα αδέρφια του μιμούμενα τη συμπεριφορά των γονιών τους, μιλούσαν στο μικρό με το ίδιο θυμωμένο κι αγριεμένο ύφος για ψύλλου πήδημα: π.χ. όταν ο μικρός ζήτησε το κουτί με την πορτοκαλάδα (βασικά το παιδί ήταν αφυδατωμένο και προσπαθούσε ν’ανακουφιστεί αλλά κάθε του προσπάθεια έβρισκε την αδιαφορία ή τον τραμπουκισμό των δικών του).
Δεν υπήρχαν εμφανή σημάδια στο σώμα του να δηλώνουν σωματική βία, αλλά αν θεωρείτε την συμπεριφορά αυτή φυσιολογική, μια επίσκεψη σε ένα ειδικό συμπεριφοράς επιβάλεται.
Μάταια έψαχνα να βρω στην συμπεριφορά του πατέρα ή των αδερφών του μια υποψία αγάπης ή φροντίδας. Το μόνο που επικρατούσε ήταν μια πέραν του λογικού κι αναμενόμενου κακομεταχείριση.
Όταν κάποιος εξαρτάται από σένα για τις βασικές του ανάγκες, ο τρόπος που τον μεταχειρίζεσαι είναι η καλύτερη ένδειξη για το ποιόν του χαρακτήρα σου.
Γιατί, φίλοι μου, στη βράση κολλά το σίδερο. Όταν έχεις τον έλεγχο μιας κατάστασης, δοκιμάζεις τον πειρασμό της κατάχρησης αυτής της δύναμης. Αν ενδώσεις, το πλασματάκι που εξαρτάται από σένα υποφέρει, και φυσικά δεν μπορεί να σου κάνει τίποτα. Δεν είναι σε θέση ισχύος. Αν ήταν, θα έβρισκες τον δάσκαλό σου. Αλλά τότε το μάθημα θα ήταν πιο εύκολο. Το θέμα είναι να έχεις ένα αδύναμο πλάσμα στα χέρια σου (ένα ζώο, ένα άτομο με αναπηρία, ένα παιδί, έναν ηλικιωμένο) και να μη σου περνά καν από το νου η ιδέα της κακομεταχείρισης.
Γιατί αυτοί που κακοποιούν το κάνουν γιατί απλά μπορούν.
Ποιος μπορεί να πει κάτι στον πατέρα ή τη μητέρα που κακοποιούν; Ποιος έχει τα κότσια να μιλήσει στα αφεντικά ζώων που τα κακομεταχειρίζονται; Ποια είναι τα όρια μεταξύ εξάρτησης κι ανάγκης από τη μια και συναισθηματικής κακοποίησης από την άλλη ενός ανάπηρου ανθρώπου;
Η απόδειξη είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το κριτήριο είναι ένα: διατηρείται ή όχι η αξιοπρέπεια του ατόμου; Αν όχι, πρόκειται για συναισθηματική κακοποίηση.
Από το blog μου*