Καθώς η χώρα ετοιμάζεται σύσσωμη να γιορτάσει την επέτειο του ΌΧΙ , οι Έλληνες που πεινούν, στενάζουν, στερούνται τα στοιχειώδη και επιστρέφουν στα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα (βλ. οικογενειακό Κυριακάτικο τραπέζι) όχι από μια αναίτια έκλαμψη ή κάποια γριφώδη συλλογιστική αλλά για καθαρά οικογενειακούς και ψυχολογικούς λόγους, αποχαυνώνονται με την ελληνική τηλεόραση που ζει στον δικό της πλανήτη και επιμένει με τον αυθορμητισμό της νεόπτωχης χωριάτισσας, που τη διακρίνει να ξεχειλίζει σιλικόνη, προπαγάνδα και υποκρισία.
Η αισθητική, η καλλιέργεια, η ενημέρωση, η αμεροληψία (τι ωραία και ξεχασμένα που ηχεί η λέξη) διατελούν υπό διωγμό, ενώ η κακογουστιά έχει πιάσει την κρούστα του μπαγιάτικου ψωμιού και έχει καλύψει τα πάντα.
Βρίσκεται παντού σαν απλωμένη πολυκαιρισμένη μπουγάδα.
Στα ρούχα μας, στα λόγια μας, στα τραγούδια μας, στα βιβλία μας, στις σχέσεις μας και στα μίζερα πλάνα μας για το πέρας της μέρας.
Η σύνεση είναι μια πλούσια άσχημη γεροντοκόρη που τη φλερτάρει ασύστολα η ανικανότητα. Και έτσι, όπως ο ανίκανος να αγαπήσει, φλερτάρει ασυστόλως μέχρι κάτι να τσιμπήσει, ένας ολόκληρος μισοζαλισμένος λαός, αντί να ξαναγαπηθεί και να βγει ενωμένος στους δρόμους, την ώρα που πέφτει ο ήλιος, λουφάζει στον καναπέ και παρακαλάει παραλυμένος από το άγχος να «περάσει κι αυτή η μέρα».
Όχι από την Αδημονία της Scarlett να ξημερώσει η επόμενη, αλλά από την αδυναμία να διαχειριστεί το άγχος.
Στην Ελλάδα εδώ και χρόνια απέναντι από τον καναπέ ως μπαρόκ αξέσορι βρίσκεται η τηλεόραση, ως υποκατάστατο της ανθρώπινης συναναστροφής και αντίδοτο στη μοναξιά υποτονικών υπάρξεων. Μέσα από την μαύρη τρύπα με ένα κλικ το σαλόνι γεμίζει νοθογενής και υδριβικές υπάρξεις.
Άνδρες με το ίδιο, σχεδόν, κουνελί χρώμα στα μαλλιά και γυναίκες που βουλιάζουν κάτω από το βάρος των extensions. Παρουσιάστριες που νιαουρίζουν λες και μόλις σηκώθηκαν από το κρεβάτι του υπερήλικα συντρόφου τους, γόνοι της συνομοταξίας των Βεσπερτιλιονιδών με ύφος 199 καρδιναλίων και κάτι ακαθορίστου φύλλου ιντερνούτσιοι με λεύκανση, αποτελούν το μπακράουντ για το βαρύ πυροβολικό των ειδήσεων.
Εκεί προσφάτως «παίζουν» πολύ δυο λέξεις. Αβελτηρία και μόρφωμα.
Τι ειρωνία – η Αβελτηρία μακαντάσια γεννά μορφώματα! Γεννά εξαμβλώματα και η οθόνη μας από τις εξήμισι το απόγευμα γεμίζει Ελενίτσες, υστερικές και εμμονικές, γουσταρλήδες Νικολάκηδες και κεχηνούς.
Όλοι μαζί εν αγαστή σύμπνοια και τρομολαγνεία ομιλούν μισές αλήθειες και επιδίδονται στο τριχολογείν με τόσο σθένος που ξεπερνά και τη σοβαρότητα της Κορομηλά, όταν αυτή αναφέρεται στα χρόνια του ΜΠΡΑΒΟ.
Μπραβο, λοιπόν. Παχύνοες, κεχηνοί και κωθώνια που αρέσκεστε να ακούτε τη φωνή σας και να θαυμάζετε το είδωλο σας.
Σας έχω νέα:
Βάσκανος μοίρα γύρισε τις κούπες ανάποδα και ο λαός μέχρι να ξημερώσει αργά αλλά σταθερά αντιλαμβάνεται τη δύναμη του κλικ. Όχι δεν είναι το ΚΛΙΚ του βασιλιά των νεόπτωχων, που ακόμα κι εγώ έχω συμπονέσει βλέποντας τον με αυτό το βλέμμα του παγιδευμένου αγριμιού. Είναι το πιο απλό κλικ της ζωής μας.
Το κλικ που θα πετάξει έξω από τα σπίτια μας όλη αυτή την επίπλαστη χλαπάτσα.
Κι έτσι για να σας δώσω ένα tip: το βήμα που θα ακολουθήσει θα σας αφήσει άφωνους. Και εσάς και ‘κείνα τα λαμόγια στη Βουλή.
Θα τα ξαναπούμε!
ΥΓ.: Λεξιλόγιο πέραν των καθομιλούμενων πεντακοσίων λέξεων: κεχηνώς = χάχας
παχύνοες = παχύδερμα
Βεσπερτιλιονίδες = οικογένεια ζώων της υποτάξεως των Μικροχειροπτέρων (και όχι δυστυχώς γαλαζοαίματη).
νοθογενής και υδριβικός = φυτό ή ζώο διασταυρωμένο από δυο συγγενικά είδη, εν τοιαύτη περιπτώσει των οικογενειών Κατίνας και Μπεμπεκοπιπίνας