Μου αρέσει να έχει παράθυρο πάνω από το νεροχύτη της κουζίνας. Πάντα μου άρεσε. Όχι γιατί είμαι καμιά σπουδαία νοικοκυρά και περνώ ώρες στην λάντζα και το μαγείρεμα, όχι για αυτό. Αλλά επειδή μου αρέσει χαζεύοντας από το παράθυρο, να γίνονται πιο ενδιαφέρουσες οι μονότονες δουλειές που γίνονται σε ένα νεροχύτη.
Μέχρι τώρα, δεν είχα ζήσει σε σπίτι με τέτοιο παράθυρο, όχι ψέματα, είχε το πρώτο μου αλλά εκεί δεν θα το λεγα πως θυμόμουν πως είχε νεροχύτη. Το τωρινό έχει, μεγάλο, φωτεινό και με θέα. Όχι φοβερή θέα, όχι, ένα διαμέρισμα μέσα στην πόλη, τι θέα να έχει; Βλέπει τα πίσω μπαλκόνια από τις άλλες πολυκατοικίες… και στο βάθος την Πάρνηθα.
Το πίσω μπαλκόνι του σπιτιού, αυτό το άσχημο, το συνήθως χωρίς θέα παρά στον ακάλυπτο ή στα πίσω μπαλκόνια από τις άλλες πολυκατοικίες, μαζεύει ότι θεωρούμε άσχημο, άχρηστο, ντροπή μέσα στο σπίτι. Εκεί απλώνουμε τα ρούχα, κρύβουμε τις σαβούρες, βάζουμε πλαστικές ντουλάπες για απορρυπαντικά μέχρι ό,τι μπορείς να φανταστείς, το έχουμε ατημέλητο και παρατημένο. Εκεί χάσκουν οι ξεραμένες γλάστρες, τα παλιά έπιπλα από το μπροστινό μπαλκόνι και οπότε άρχετε κόσμος στο σπίτι κάνουμε τα αδύνατα δυνατά να δει μόνο τη βιτρίνα – το μπροστινό μπαλκόνι φυσικά – και επουδενί το πίσω.
Αυτά τα πίσω μπαλκόνια βλέπω τέσσερα χρόνια τώρα… και τα έχω αγαπήσει, να ξέρεις. Τα κλεφτά 10λεπτα που τα χαζεύω συνολικά μέσα στη μέρα, είναι μια διαδικασία ξεχωριστή. Έχω μάθει κάθε μπαλκόνι η’ έστω έχω πλάσει ιστορίες για κάθε μπαλκόνι που τις εξελίσσω σύμφωνα με αυτά που βλέπω.
Στο μπαλκόνι του τρίτου, στη δεξιά πολυκατοικία, το αγόρι τους διαβάζει τρία χρόνια τώρα. Ξενυχτάει σχεδόν κάθε βράδυ, χειμώνα καλοκαίρι (βλέπω συνέχεια ένα φως ανοιχτό στο υπνοδωμάτιο) και διαβάζει. Μάλλον φέτος έδωσε πανελλαδικές, έσβησε το φως τούτο το καλοκαίρι. Προχθές έκαναν πάρτι. Θέλω να πιστεύω πως πέρασε (στη σχολή που επιθυμούσε κιόλας ) και το γιόρταζε με τους φίλους του.
Η κυρία από πάνω του, φοβάται το σκοτάδι. Το φως του μπάνιου της δεν σβήνει ποτέ. Έχει μια γάτα πάντα αγκαλιά, λες να φοβάται και εκείνη το σκοτάδι;
Στον πρώτο όροφο, η μικρή τους καπνίζει. Κρυφά από όλους. Βγαίνει στο πίσω μπαλκόνι και καπνίζει κρυφά και με λαχτάρα. Και εγώ τη ζηλεύω έτσι όπως τη βλέπω. Πετάει τα τσιγάρα στον ακάλυπτο όποτε ακούσει να μπαίνει κάποιος στο σπίτι.
Στο δεύτερο, αρραβώνιασαν την κόρη τους. Μωρέ αρραβωνιάζονται οι άνθρωποι και σήμερα; Είχαν τραπέζι ένα βράδυ, η μάνα φορούσε τα καλά της, μπαινόβγαινε στο πίσω μπαλκόνι και έφερνε φαγητά (και η μάνα μου το έκανε αυτό, το χειμώνα άφηνε τα φαγητά στο πίσω μπαλκόνι που είχε κρύο έλεγε). Από τότε πολλές Κυριακές έρχονται οι συμπέθεροι και ένας νέος, άγνωστος και ψήνουν, στο πίσω μπαλκόνι και η κόρη καμαρώνει τον αρραβωνιαστικό της, τον ψήστη .
Στο άλλο διαμέρισμα του πρώτου, μια όμορφη κοπέλα, διάλεξε να τελειώσει τη ζωή της. Εκεί, μέσα στο διαμέρισμα της. Ένα βράδυ. Ξαφνικά. Δεν θέλω να μιλήσω για αυτό το πίσω μπαλκόνι.
Στην αριστερή πολυκατοικία δεν βλέπω πολλά. Όλοι κλειστά παντζούρια, όλοι κλεισμένοι στους εαυτούς τους. Άδεια πίσω μπαλκόνια. Στον πρώτο είναι μια μαυροφορεμένη γυναικά που βγαίνει στο πίσω μπαλκόνι και κλαίει, συχνά πυκνά. Και μόνο όταν την επισκέπτεται ο γιος της με τη γυναίκα του, σταματάει και κάνει τη χαρούμενη. Γιος της είναι σίγουρα, ακόμα και από το πίσω μπαλκόνι καταλαβαίνεις την αγάπη στις αγκαλιές τους.
Στον τρίτο, ο σύζυγος έχει γκόμενα. Όποτε έχει χρόνο, βγαίνει στο πίσω μπαλκόνι και της τηλεφωνεί. Και χασκογελά, και χαχανίζει και είναι ευτυχισμένος. Εδώ και δυο χρόνια η κατάσταση. Το χειμώνα έβγαινε για να την πάρει τηλέφωνα και να τσακωθεί. Μετά χώρισε, κόπηκαν τα τηλέφωνα. Τώρα ξεκίνησε ξανά και είναι ερωτευμένος. Καινούργια γκόμενα. Η γυναίκα του δεν βγαίνει ποτέ στο πίσω μπαλκόνι, ποτέ. Του έχει δώσει το χώρο του, ξεκάθαρο.
Έχω δει πολλά και διάφορα στα πίσω μπαλκόνια της θέας μου. Όμως είναι τόσο σποραδική η παρακολούθηση μου, ώστε δεν βγάζω άκρη, απλά υποθέτω, απλά πλάθω ιστορίες που (ίσως) δεν αφορούν κανένα και κυρίως (ίσως) δεν ταιριάζουν σε κανέναν. Το πίσω μπαλκόνι του σπιτιού είναι τελικά η κρυψώνα του κάθε σπιτιού. Βάζουμε τη σαβούρα, αυτά που δεν ξέρουμε πώς να τα δείξουμε είτε γιατί δεν θέλουμε να τα δει κανείς και μας κακοχαρακτηρίσει είτε γιατί είναι παλιά, μα εμείς δεν θέλουμε να τα αποχωριστούμε. Δεν έχει καμία σχέση με το μπροστινό μπαλκονι που το έχουμε φιγούρα και καμάρι ε; Ναι, καμία σχέση. Το πίσω μπαλκόνι, αν ήταν άνθρωπος, θα ήταν όλα αυτά που κρύβουμε, καταχωνιάζουμε και γενικά ενώ τα αγαπάμε, δεν θέλουμε να τα αποκαλύψουμε σε κανένα γιατί ντρεπόμαστε για αυτά.
Αυτά τα πίσω μπαλκόνια αγαπώ τα τελευταία χρόνια. Τα όσα κρύβουμε. Και περιμένω να τα πάμε μια μέρα στα μπροστά μπαλκόνια. Και ας χάσω τη θέα.
Θα την φαντάζομαι.