Η άλλη άκρη της διαδικτυακής σύνδεσης «πιάνει» Βαρκελώνη. Από την σαλονοτραπεζαρία του Urbany Hostel, ο 23χρονος φοιτητής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και με καταγωγή από Πάτρα, Γιώργος Κόλλιας έχει μόλις τελειώσει τη δουλειά του, όχι σε κάποιο νοσοκομείο (αυτή τη φορά), αλλά σαν bar tender στο ξενοδοχείο. Με το laptop ανά χείρας, τρέχει από τραπέζι σε τραπέζι για να βρει καλό σήμα και όταν καταφέρνει να συνδεθεί, προσπαθεί, μιλώντας στο WE – Weekend Edition – του NEWS 247, να μας πείσει για ποιους λόγους ΔΕΝ αισθάνεται ξεχωριστός (χωρίς φυσικά να το καταφέρνει).
«Πριν μέρες έφτασε στα χέρια μου, ένα βιντεάκι με την εθελοντική σου δράση από το Εuropean Volunteering Tour. Ήταν η αφορμή για να ψάξω να σε βρω. Στο προφίλ σου στο Fb είδα κάτι φωτογραφίες με φίδια και κατάλαβα ότι είσαι εσύ. Είναι από τότε που πήγες σε Oρφανοτροφείο στην Αιθιοπία για να βοηθήσεις παιδιά με HIV. Σωστά;».
Ο ίδιος γελάει καταφατικά (αν και επιμένει ότι θα μπορούσε να είχε κάνει περισσότερα) και μέσω μιας οθόνης υπολογιστή, επιχειρεί να ξετυλίξει το κουβάρι με τις εμπειρίες του, που ξεκινούν σε ηλικία μόλις 18 ετών. Όταν το μοναδικό εισιτήριο που είχε τότε στα χέρια του, ήταν τα 19.682 μόρια που τον προσγείωσαν στην Ιατρική Αθηνών. «Δεν το ξεχνάω εύκολα αυτό το νούμερο».
Ανήσυχο πνεύμα, λάτρης της Ψυχιατρικής, των Μαθηματικών, της Ψυχολογίας και του εθελοντισμού, έψαχνε από το πρώτο έτος σπουδών υποτροφίες (ευκαιρία) για να φύγει.
Ήταν ο μόνος φοιτητής από την Αθήνα που βρέθηκε στη Ρουμανία μέσω του προγράμματος HelMSIC και ο μόνος που παρακολούθησε από κοντά θεραπευτική αγωγή σε τρόφιμους σχιζοφρενείς στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, χωρίς να μιλάει καν ρουμάνικα. «Επικεντρωνόμουν περισσότερο σε κινήσεις του σώματος και εκφράσεις σε μάτια και χείλη. Προσπαθούσα να καταλάβω τι γίνεται». Εκεί επισφραγίστηκε και η επιθυμία του να ασχοληθεί αποκλειστικά με την Ψυχιατρική. «Έχουν πολλή ανάγκη αυτοί οι άνθρωποι και πρέπει να είσαι δύο φορές γιατρός».
Το κοντινό Βουκουρέστι ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησε η συμμετοχή στο Summer University της Ισπανίας μέσω του ευρωπαϊκού φόρουμ φοιτητών Aegee και έπειτα, τα ταξίδια σε Ολλανδία, Ιταλία, Σερβία, Νέα Υόρκη, Περού, Βολιβία, Χιλή και Πολωνία (erasmus). Έμαθε ένα κάρο γλώσσες που τις παίζει στα δάχτυλα και φόρτωσε το κινητό του με τηλέφωνα από φίλους σε όλο τον κόσμο. «Στις περισσότερες χώρες πλέον έχω ένα σπίτι να μείνω». Ακόμα και στην Αιθιοπία!
Η αποστολή στην Αιθιοπία και η υπόσχεση να επιστρέψει
Στο τρίτο έτος, ο Γιώργος δηλώνει συμμετοχή στο πρόγραμμα εθελοντισμού της Aiesec και Helmsic, προκειμένου να ταξιδέψει στην αφρικανική χώρα. Στόχος της αποστολής των περίπου 14 γιατρών ήταν η ενημέρωση και πρόληψη του ιού HIV στους γηγενείς. «Ήξερες πού πραγματικά πηγαίνεις;», τον ρωτάω.
«Περάσαμε ειδικά σεμινάρια πριν φύγουμε από Ελλάδα. Οι υπεύθυνοι των προγραμμάτων φρόντισαν για τη διαμονή μας στις φοιτητικές εστίες του Πανεπιστημίου στο Addis Ababa και αυτό ήταν όλο. Αν και οι γονείς μου δεν ήταν σίγουροι για αυτό που πάω να κάνω, σε λίγες μέρες φτιάξαμε βαλίτσες και φύγαμε. Μείναμε εκεί για εφτά εβδομάδες».
Στην αρχή τον έστειλαν σε λάθος πρόγραμμα και τον «έχωσαν» σε γραφειοκρατικές δουλειές. «Δεν μου άρεσε. Μετά από μέρες, με μετέφεραν σε ένα Ορφανοτροφείο, το λεγόμενο Global Infantil που ανήκει σε Ισπανό ζωγράφο. Αυτός αποτέλεσε την έμπνευσή μου. Αυτός ήταν που με έμαθε την αξία της προσφοράς».
Καθημερινά η δουλειά στο Ορφανοτροφείο με τα 60 περίπου εγκαταλελειμμένα παιδιά διαρκούσε επτά ώρες. «Μετρούσαμε ύψος, βάρος, αντισώματα, κάναμε εμβόλια και κλινικά τεστ για τον ιό του AIDS, ώστε να υπάρχει μία βάση δεδομένων για το κάθε παιδί».
Ο Γιώργος παραδέχεται ότι κάποιες εικόνες δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να τις βγάλει από το μυαλό του. «Ένα παιδάκι ναι, το είχα πιο ψηλά από τα άλλα. Ο 4χρονος Σενταγιού πάσχει από ΑIDS, φυματίωση και μυκητίαση στο κεφάλι. Κάθε μέρα που πήγαινα εκεί, τον αγκάλιαζα. Δεν φοβόμουν μην κολλήσω κάτι. Ο 4χρονος Αιθίοπας ήταν και η αφορμή για να σκεφτώ πόσο άδικη είναι η ζωή. Αυτό το παιδί θα μεγαλώσει σε διαφορετική βάση από άλλα παιδάκια και με τόσες ασθένειες στην πλάτη του. Επειδή απλά η μητέρα που τον έφερε στον κόσμο, δεν ήξερε ότι ήταν φορέας».
Στην Αιθιοπία, το 80% έχει ελλιπή έως καθόλου ενημέρωση για τις μολυσματικές ασθένειες και ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό, υποφέρει από τον ιό του AIDS, χωρίς να το γνωρίζει. «Ευτυχώς στο Ορφανοτροφείο, μόνο τρία παιδάκια είχαν διαγνωστεί ως φορείς. Εντάξει, τα τεστ εκεί δεν ήταν τόσο αξιόπιστα όσο μία μικροβιολογική αίματος, αλλά έκαναν δουλειά».
Το αεροδρόμιο – στάβλος, τα τρελά λεωφορεία και οι «λευκοί» που προηγούνται
Ποια περιστατικά έκαναν τον ίδιο να μην χάσει το χιούμορ του; «Στο αεροδρόμιο, η υπάλληλος δεν ήξερε αγγλικά, μπέρδευε τα νούμερα, ενώ αυτοκόλλητα για το διαβατήριο δεν υπήρχαν. Αυτοσκοπός τις πρώτες μέρες, ήταν να μάθουμε λίγα αμχαρικά (η εθνική γλώσσα) για να επιβιώσουμε. Και αυτό κάναμε. Το βασικότερο; Μπορατζάλε! Που σημαίνει: Στάση (στο λεωφορείο το φωνάζαμε αυτό κυρίως, γιατί συνήθως οι οδηγοί πάνε όπου να’ ναι).
Οι πρώτες εικόνες τραγικές. «Περπατούσαμε δίπλα από καλύβες, εξαθλιωμένους ανθρώπους, υποσιτισμένα παιδιά και λασπωμένους δρόμους, για να φτάσουμε σε ένα λυόμενο που ήταν τα γραφεία της τοπικής ΜΚΟ, με την οποία θα συνεργαζόμασταν. Από τις πρώτες κιόλας μέρες, ξεχάσαμε τι πάει να πει ζεστό νερό και καζανάκι. Αγχώθηκα μην κολλήσω ελονοσία από τις απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής. Οι Αιθίοπες να φανταστείς, κουβαλάνε ένα ωμό κρέας στους ώμους, το σφάζουν και το τρώνε έτσι απλά».
Αλήθεια, πώς αντιμετώπισαν οι Αιθίοπες τους λευκούς άρτια αφιχθέντες; «Αρχοντικά. Στην τράπεζα που πήγαμε για συνάλλαγμα, έκαναν νόημα σε όσους στέκονταν στην ουρά, να μας αφήσουν να περάσουμε. Και αντίστοιχα, σε καφετέρια που έπεσε το κουταλάκι από τη ζάχαρη στο πάτωμα, ο σερβιτόρος αισθάνθηκε υποχρέωση να μας το αλλάξει κατευθείαν, ενώ σε άλλο τραπέζι με ντόπιους, τους έδωσαν το κουταλάκι από το πάτωμα. Αστεία πράγματα».
Από τότε ο Γιώργος ρίχνει κλεφτές ματιές στα άλμπουμ με φωτογραφίες από εκείνο το ταξίδι. Θυμάται τις βόλτες στις πιο ιστορικές πόλεις, Bahir dar, Gonder, Lalibela και τους καταρράκτες του Μπλε Νείλου. «Ακόμα να ξεπεράσω την ιντζέρα (τοπική πίτα με λαχανικά και κρέας), τους πολύ γευστικούς χυμούς και φυσικά, τον καφέ. Φοβερό το τελετουργικό παραγωγής του. Όσο για τη διασκέδαση, ναι εντάξει δεν υπήρχαν επιλογές, αλλά πίναμε κάτι μπίρες που κόστιζαν πολύ λίγα μπιρ (1 ευρώ ισούται με 20 περίπου μπιρ)».
Και αυτό που του έμεινε σίγουρα αξέχαστο είναι η αγάπη που εισέπραξε τους κατοίκους. «Μας συμπαθούν εμάς τους Έλληνες, λόγω θρησκείας. Στους δρόμους, μικρά παιδιά τρέχουν να σε αγκαλιάσουν. Το καθένα από αυτά, θέλει την αποκλειστικότητα».
Γι’ αυτό και υποσχέθηκε στο εαυτό του, όταν αποφοιτήσει από την Ιατρική, να ξαναγυρίσει. «Δεν θέλω αμέσως να επιλέξω ειδικότητα. Θέλω να αφοσιωθώ στον εθελοντισμό. Να επιστρέψω πίσω στην Αιθιοπία και να μείνω για όσο αντέξω. Αρκεί οι ντόπιοι να διορθώσουν την οδήγησή τους. Τα αυτοκίνητα εκεί διασχίζουν λαϊκές αγορές με αστέγους ενδιάμεσα, περνούν σκιστά από παράγκες, τσίγκινα σπίτια και επικρατεί χάος. Δηλαδή, αν γλιτώσεις από ασθένειες, είναι πιθανό εκεί να πας από τροχαίο».
Και μετά; «Στα σχέδιά μου είναι να γυρίσω Ελλάδα. Όσο ταξιδεύω, τόσο περισσότερο αγαπώ τη χώρα μου. Δεν σκέφτομαι να ανοίξω ιατρείο. Μου αρέσει η πρόκληση των νοσοκομείων. Και δεν με νοιάζουν οι περικοπές σε μισθούς και προσωπικό. Μου αρκούν και τα λίγα. Προς το παρόν όμως, απολαμβάνω τους δύο μήνες που είμαι Βαρκελώνη. Μου αρέσει αυτή η πόλη. Πέρασα πέρυσι δύο εξτρά μαθήματα, περίσσευε χρόνος και έτσι, ήρθα ως υπάλληλος σε hostel. Διακοπές δηλαδή. Απλά εδώ μού δίνουν και ένα μικρό χαρτζιλίκι».