“Κουράστηκα ν’ αναζητώ την ψυχική μου ηρεμία σε χαμένα déjà vu. Να ψάχνω εναγωνίως την απαλή πλευρά του σκληρού προσωπείου των ανθρώπων. Ξέρεις πόσο αδύνατο είναι αυτό; Αλήθεια ξέρεις; Σαν ν’αναζητάς τη γαλήνη σε ένα δάσος γεμάτο Ερινύες.», είπε και με κοίταξε με εκείνο το απροσδιόριστα μελαγχολικό του βλέμμα που ποτέ δεν ήμουν σίγουρη αν εστίαζε σε μένα ή κάπου αλλού.
Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά αλλά δεν μίλησα. Κάποτε η ένταση της σκέψης είναι επικίνδυνα δυνατή για να τολμήσεις να την εκστομίσεις.
«Η πιο σίγουρη βουβαμάρα δεν είναι να σωπαίνεις αλλά να μιλάς», είχα διαβάσει κάποτε.
Όντως, η σιωπή κάνει τον μεγαλύτερο κρότο. Όμως είναι κι αυτή που προκαλεί τη μεγαλύτερη ένταση για όλα όσα δεν τόλμησες ποτέ να εκφράσεις.
«Η τρικυμία της ψυχής προκαλείται από όλα όσα αποσιώπησες και στίβασες πάνω της. Ένα βουνό από άχρηστα σκουπίδια, η δυσωδία των οποίων απειλεί με ασφυξία. Γι’αυτό να μιλάς παιδί μου, να φωνάζεις, να ουρλιάζεις για όσα σε βαραίνουν και για όλα όσα σε αδικούν», μου είπε σαν να διάβασε τις προηγούμενες σκέψεις μου.
«Ακόμα κι αν έχεις τόσο θυμό που θέλεις να τα διαλύσεις όλα γύρω σου;», τον ρώτησα.
«Κυρίως όταν είσαι θυμωμένη. Δεν υπάρχει πιο υγιές συναίσθημα από το θυμό. Μοιάζει σαν απόκληρο παιδί που το απαρνιέται η μάνα του. Πρέπει να τον αναγνωρίσεις και να τον αποδεχτείς. Είναι δικός σου και προκλήθηκε από κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Και πίστεψε με, ο υγιής θυμός δεν διαλύει τίποτα. Αντίθετα, τα χτίζει όλα από την αρχή. Ποτέ δεν αποδέχτηκα τον δικό μου. Τον θεωρούσα ως την μεγαλύτερη μου αδυναμία και ντροπή. »
«Τι γίνεται όμως όταν αυτός σε πνίγει, σου φράζει την αναπνοή και δεν μπορεί να βγει η φωνή;»
«Να τον εκτονώσεις πριν εκτονώσει αυτός εσένα, κορίτσι μου. Γιατί όταν δεν εκφραστεί, σε ζώνει σαν το φίδι. Μην δικαιολογείς ποτέ τα αδικαιολόγητα, θάβοντας τον θυμό σου. Αντίθετα, χτύπησε τα πριν προλάβουν να σε χτυπήσουν εκείνα. Την ψυχή σου μην την κοροιδέψεις ποτέ. Έχει μνήμη και θυμάται. Στο λέει κάποιος που έχει προδώσει τη δική του και το μετάνιωσε πικρά.»
Στο πρόσωπο του ήταν χαραγμένη μια βαθιά μορφή πόνου. Σαν να αναβίωσαν μπροστά του σκληρές αναμνήσεις, τις οποίες πίστευε πως είχε για πάντα απωθήσει.
Πάντα θυμάμαι τα λόγια του. Είχαν μια ευεργετική επίδραση πάνω μου και τα ανακαλούσα σε κάθε ανάλογη περίσταση.
Μ’έμαθε να αποδέχομαι τον θυμό μου με οποιοδήποτε κόστος και να απελευθερώνω την ψυχή μου από ασήκωτα φορτία.
Όλα όσα ποτέ δεν αποτίναξες οδηγούν στον κατακερματισμό σου.
Όταν θάβεις τις ερινύες σου, η ψυχική ηρεμία σε αποχαιρετά, ίσως και για πάντα.
Και δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να στοιχίζει πιο ακριβά από αυτήν.