Μια μέρα, ένας άνθρωπος που είχε φοβία με το χρόνο και την πίεση που του δημιουργούσαν οι προθεσμίες στη δουλειά και το πρόγραμμα της καθημερινότητάς του, αποφάσισε να επισκεφτεί ένα σοφό γέροντα για τον οποίο είχε ακούσει πως γιατρεύει περιπτώσεις εμμονής σαν τη δική του.
“Πες μου, νεαρέ, ποιο είναι το πρόβλημά σου;” τον ρώτησε ο σοφός.
“Γέροντα, είμαι έρμαιο του χρόνου. Όλη μου η ζωή περιστρέφεται γύρω από τα ρολόγια.
Άλλοτε ο χρόνος μοιάζει να σταματά πάνω σε μια δύσκολη στιγμή και ότι κι αν κάνω μου φαίνεται αδύνατο να την προσπεράσω κι άλλες φορές τρέχει και εγώ αδυνατώ να τον προλάβω.
Είναι πάλι κάποιες φορές που γυρίζω σε στιγμές του παρελθόντος και τις ζω ξανά και ξανά σε μια προσπάθεια να τις κρατήσω ζωντανές. Πολλές φορές πονάω, άλλες φορές μπερδεύομαι, άλλες πάλι νιώθω πως ο χρόνος έχει σταματήσει σε μερικά καταραμένα λεπτά δυστυχίας ή ευλογημένα λεπτά ευτυχίας και ό,τι και να κάνω δεν μπορώ να τα προσπεράσω.
Βλέπω τους δείκτες του ρολογιού της ζωής μου κολλημένους στο παρελθόν.
Ύστερα είναι και ο χρόνος που δεν μου είναι ποτέ αρκετός να ικανοποιήσω τις ανάγκες τις δικές μου, των φίλων μου, των συνεργατών, του αφεντικού μου. Βρίσκομαι, νομίζω, μέσα σε μια δίνη γεμάτη ρολόγια που το καθένα αντιπροσωπεύει κάποιον παράγοντα της ζωής μου που ζητά το χρόνο μου και εγώ αδυνατώ να προσφέρω όσα θέλω. Δεν ξέρω πια τι να κάνω.”
Ο γέροντας, αφού άκουσε τον προβληματισμό του με προσοχή, του είπε:
“Είναι αλήθεια πως οι περισσότεροι άνθρωποι είναι δέσμιοι της ώρας. Μετράνε την ευτυχία τους ή τη δυστυχία τους σύμφωνα με το πόσο διήρκησε, όχι την ένταση της στιγμής.
Νομίζουν πως ο χρόνος είναι περιορισμένος μέσα σε έναν αριθμό, το 24 των ωρών μιας ημέρας. Στενεύει καθώς η νύχτα διαδέχεται τη μέρα, τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και οι δείκτες του ρολογιού λαχανιασμένα περνούν τις ώρες μέχρι να φτάσουν στην 24η και μετά αρχίζουν πάλι από την αρχή.
Όμως, το πραγματικό ρολόι της ζωής δεν είναι αυτό που αντικρίζεις στον τοίχο του σπιτιού σου ή του γραφείου σου. Ο αληθινός χρόνος σου είναι εκείνος που βιώνεις μέσα σου. Ο εσωτερικός παλμός σου, που δεν γνωρίζει όρια.
Όσο κι αν πεισματικά αρνούνται οι άνθρωποι να το δουν από φόβο ή άγνοια, υπάρχει πάντα χρόνος για να ανασύρεις στην επιφάνεια τις βαθύτερες επιθυμίες σου, τις προσωπικές προσδοκίες σου, τα όνειρα σου.
Είναι η 25η ώρα του καθενός. Εκείνη η λεπτή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της επιφανειακής αντίληψης του χρόνου και των πραγμάτων και της εσωτερικής αντίληψης, της αυτογνωσίας, που πολλοί δεν θέλουν να αντικρίσουν γιατί νομίζουν πως αυτό που θα δουν πονάει. Γιατί έχουν μάθει πως η αλήθεια μόνο πονάει κι έτσι ζουν στο επίπλαστο ψέμα του 24. Οι δείχτες ενός άψυχου αντικειμένου ορίζουν τους δείκτες της ψυχής.”
Ο νεαρός ήταν σκεπτικός. Καταλάβαινε πως δεν έπρεπε να ορίζει τη ζωή του η ώρα αλλά η στιγμή. Έπρεπε να μάθει να μετρά τα χρόνια της ζωής του όχι σύμφωνα με το ημερολογιακό έτος αλλά με τις εμπειρίες του.
Όσες ζωές κι αν είχε κάποιος θα ήταν ανούσιες αν δεν είχε δικές του στιγμές.
Στιγμές που τρέχουν ελεύθερες στους δρόμους της ζωής, υπερπηδούν εμπόδια, λυγίζουν σίδερα και βγαίνουν από τις φυλακές των «πρέπει». Κυνηγούν τα «θέλω», αρπάζουν τις ευκαιρίες και δοκιμάζουν την ελευθερία τους. Γιατί η στιγμή δεν φυλακίζεται, δεν ορίζεται, δεν σταματά στο 24. Ζει όσο ο ίδιος θέλεις να τη ζεις.
Τελικά γύρισε και κοιτάξει τον σοφό γέροντα.
“Πες μου, δηλαδή, τι πρέπει να κάνω;”, τον ρώτησε όλο απορία.
“Κάνε το πιο απλό πράγμα του κόσμου. Σταμάτα να πιστεύεις τα ρολόγια του τοίχου, και πίστεψε το ρολόι της ψυχής.”
(Ιωάννα Γκανέτσα)