Ακίνητη. Σχεδόν μουδιασμένη. Κρατούσε την ανάσα της για να μην τρομάζει τις επιθυμίες της και τις διώξει μακριά.
Οι επιθυμίες είναι κινητήριος δύναμη. Η σπρωξιά εκείνη που μας προτρέπει να κάνουμε ένα βήμα μπροστά. Να τα βάλουμε με τις φοβίες και τις ανασφάλειες μας.
Ένα βήμα μπροστά και οι παλμοί της χόρευαν σαν τρελοί εκλιπαρώντας την να γυρίσει πίσω. Στη ζώνη ασφαλείας της. Ακόμα ένα βήμα και τα πόδια της μούδιαζαν. Μια ακόμα βαθιά ανάσα. Ένα ακόμα βήμα. Ο φόβος την κυρίευε. Το ρίγος εξαπλωνόταν σε όλο το κορμί της με φρενήρεις ρυθμούς και της προκαλούσε σποραδικές ψυχρολουσίες.
Ανατριχίλα.
Ώσπου έφτασε στο σημείο εκείνο που έπρεπε να περάσει στην άλλη άκρη…
Υπάρχουν δύο παράλληλες ζωές. Αυτή που ζούμε και αυτή που θα θέλαμε να ζήσουμε. Το ενδιάμεσο στάδιο καλείται αντίσταση και δεν είναι τίποτα άλλο από τις αντιλήψεις μας, τις φοβίες μας, τις ανασφάλειες μας και ο κόσμος γύρω μας που φροντίζει με τον τρόπο του να τις εντείνει. Το ναρκοπέδιο που όταν αποφασίσουμε να περάσουμε πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις Ερινύες που μας καλούν να επιστρέψουμε πίσω στην comfort zone μας.
Βολικό έτσι; Αραχτοί, αποστασιοποιημένοι, αδρανείς.
Στέλνουμε την επιλογή κατευθείαν στην καρμανιόλα. Την αποκεφαλίζουμε και βουλιάζουμε όλο και περισσότερο σε ένα πρέπει που γίνεται θηλιά στο λαιμό μας.
Πόσο αποφασισμένοι είμαστε για να περάσουμε στην άλλη διάσταση; Πόσο ένα θέλω μπορεί να γίνει ένα ισχυρό κίνητρο για να πετάξουμε τις ρίζες που μας κρατούν ακινητοποιημένους;
Εκείνη λίγη ώρα πριν είχε πέσει στο χώμα και με πείσμα τραβούσε να ξεριζώσει ό,τι δεν της επέτρεπε να προχωρήσει μπροστά. Τα χέρια της ήταν ακόμα λερωμένα από το χώμα. Το πρόσωπο της αναψοκοκκινισμένο από την ένταση της στιγμής. Ώσπου τα κατάφερε. Εκείνες τότε μεταμορφώθηκαν σε φίδια. Ένα από αυτά κατάφερε να τη δαγκώσει. Της πέρασε στο αίμα της το δηλητήριο της αμφιβολίας. Οι ανασφάλειες αντέδρασαν και έγιναν πιο έντονες. Πάγωσε το αίμα της. Σταμάτησε. Το πείσμα όμως έδρασε άμεσα και ακαριαία ως αντίδοτο. Σκότωσε τις αμφιβολίες. Δεν κατάφερε όμως να διώξει μακριά τις ανασφάλειες. Έπρεπε να αποφασίσει. Να γυρίσει πίσω στην ασφάλεια της αδράνειας ή να πορευτεί παρέα με τις ανασφάλειες της. Να της κάνει αρωγό στο νέο της ξεκίνημα. Να τις μετουσιώσει σε δύναμη.
Αυτό είναι μαγκιά. Να πιάσεις κομμάτι κομμάτι κάθε αδυναμία σου και να τις κάνεις κτήμα σου. Να τις στρέψεις υπέρ σου. Ισορροπία. Δράση-αντίδραση. Το θετικό και το αρνητικό.
Πρόκληση.
Τώρα βρισκόταν αντιμέτωπη με τη μεγάλη γυάλινη τζαμαρία που τη χώριζε από την άλλη πλευρά. Στάθηκε τόσο κοντά που ένιωσε την παγωμένη επιφάνεια στο πρόσωπο της. Οι ανασφάλειες της ψιθύριζαν στο αυτί ότι αυτό που κάνει είναι λάθος. Οι επιθυμίες ότι δεν έπρεπε να τα παρατήσει τώρα.
Γέλασε ειρωνικά και φώναξε με τέτοια ένταση που ο αντίλαλος έγινε μια πύρινη μπάλα έτοιμη να τα καταστρέψει όλα.
«Ποιος είναι αυτός που θα μου πει τι είναι σωστό τι λάθος»…
Δύο βήματα πίσω. Κοίταξε για τελευταία φορά τη γυάλινη τζαμαρία που στεκόταν προκλητική μπροστά της. Έκλεισε τα μάτια και πήρε φόρα.
Ένα βήμα θάρρους μας χωρίζει από αυτό που θέλουμε/επιθυμούμε. Μόνο ένα…
Τολμάς;
Το τελευταίο που ακούστηκε ήταν ο ήχος από τζάμια που γίνονται θρύψαλα…