Συνέντευξη της Εφης Λάγιου-Λιγνού, διδάσκουσας ψυχοθεραπεύτριας και επόπτριας κλινικού έργου στο «Αγία Σοφία» στην Ιωάννα Σωτήρχου για την Ελευθεροτυπία που διαβάσαμε στο blog της δημοσιογράφου. (http://xelefteria.wordpress.com )
Με αφορμή την έκδοση συζητήσαμε με την επιμελήτριά της, Εφη Λάγιου-Λιγνού, διδάσκουσα ψυχοθεραπεύτρια παιδιών και εφήβων και επόπτρια κλινικού έργου στην Πανεπιστημιακή Παιδοψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία».
Λάθος η «τέλεια μητέρα»
Αποκαλυπτική έως ανατρεπτική και απενοχοποιητική η συζήτησή μας, η οποία αναδεικνύει τη μοναδικότητα κάθε σχέσης μητέρας-παιδιού, αλλά και την αστόχαστη βάση των εδραιωμένων απόψεων. «Η τέλεια μητέρα είναι κακό πράγμα για το παιδί, δεν έχει ανθρώπινες διαστάσεις» μας λέει. «Χρειάζεται απλώς μια αρκετά καλή μητέρα. Το παιδί θα χρειαστεί να ματαιωθεί για να αναπτυχθεί, χρειάζεται να στερηθεί, να νιώσει την απουσία, να αναπαραστήσει στο νου του την εικόνα αυτού που δεν έχει. Η φροντιστική μητέρα επιστρέφει και εδραιώνει την εικόνα της.
»Μέσα από τη σχέση του με τη μητέρα κατακτά τη λειτουργία να σκέφτεται. Η μητέρα σκέφτεται για χάρη του, προσπαθεί να το καταλάβει. Ετσι το παιδί αρχίζει να καταλαβαίνει τον εαυτό του. Σ’αυτή τη διαδικασία η μητέρα μπορεί να ‘ναι μόνο μια αρκετά καλή μητέρα: δεν υπάρχει περίπτωση να μην κάνουμε λάθη αλλά δεν πειράζει, γιατί έτσι μπορούμε να επανορθώσουμε εξαιτίας των ενοχών που νιώθουμε και εδώ βρίσκεται η πρόκληση: το παιδί μπορεί να μας βάζει δύσκολα και χρειάζεται να ανταποκριθούμε».
* Πέρα από τους ειδικούς σε τι χρησιμεύει η παρατήρηση βρέφους;
* «Το να παρατηρούν οι γονείς τα παιδιά σημαίνει ότι γίνονται πιο ευαίσθητοι στα μηνύματα του παιδιού τους, μας επιτρέπει να βλέπουμε το παιδί με έναν άλλο τρόπο, με συναίσθημα και σκέψη, απαλλαγμένοι από τους προϊδεασμούς που έχουμε. Μπορείς να μένεις και με αβεβαιότητες. Δεν είναι κακό να μην ξέρεις, κακό είναι να παριστάνεις ότι ξέρεις όταν δεν ξέρεις. Πριν του προσάψουμε ότι γκρινιάζει ή θυμώνει να καταλάβουμε για ποιο λόγο είναι έτσι και όσο από πιο κοντά το κοιτάμε, το βλέπουμε με αυτόν το διαφορετικό τρόπο που μας επιτρέπει να μην καταλήγουμε σε βιαστικά συμπεράσματα. Σημαίνει ότι μπορώ να δω και μέσα από τα μάτια του άλλου. Αν γυρίσουμε σπίτι από τη δουλειά κουρασμένοι μπορεί να μην καταφέρουμε να δούμε τι βρίσκεται πίσω από ένα απαιτητικό και δύστροπο παιδί. Χρειάζεται να έχουμε την ψυχική διαθεσιμότητα να καταλάβουμε ότι αντιδρώντας μπορεί να μας λέει “ε, κοίτα και μένα που σε περίμενα”. Δεν βάζω μια ταμπέλα λόγου χάρη ότι το παιδί είναι τεμπέλης, αλλά ψάχνω να βρω γιατί κάνει σαν να μη θέλει να γράψει, είμαι ανοιχτός σε αμφισημίες και μπορεί να κάνει πιο προσεχτικούς όσους ασχολούνται· δασκάλους, νηπιαγωγούς, γιατρούς».
* Πώς μπορείς να ερμηνεύσεις συμπεριφορές υπό διαμόρφωση ατόμων που δεν καταφέρνουν να τις εκφράσουν;
* «Τα παιδιά μπορούν να βιώνουν ισχυρά συναισθήματα· θυμό, αποκλεισμό, φόβο, κτητικότητα, ενθουσιασμό, πάθος, τρυφερότητα, περιέργεια. Εχουν μεταπτώσεις και συχνά δεν είναι σε θέση να τα εκφράσουν όλα αυτά με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους. Τα πολύ μικρά παιδιά συνήθως αντιμετωπίζουν την αδυναμία τους να διαχειριστούν το συναισθήματά τους με το να τα αποδιώχνουν και να τα φορτώνουν στον απέναντι. Λόγου χάρη, ένα παιδάκι που μόλις πάει στον παιδικό σταθμό νιώθει ευάλωτο όταν αποχωρίζεται τη μαμά του και προσπαθώντας να τα βγάλει πέρα κλαίει, ορμάει στα άλλα παιδάκια: προβάλλει στα άλλα παιδιά τα συναισθήματά του και παριστάνει τον επιτιθέμενο. Για να μην εκφράσει αυτό που νιώθει, κάνει τους άλλους να νιώθουν τον κίνδυνο που το ίδιο βιώνει».
* Πώς αντιμετωπίζεται;
* «Με το να του δώσει η νηπιαγωγός λίγο χρόνο προσαρμογής, χωρίς να το βάλει αμέσως στην ομάδα, και να το έχει προετοιμάσει η μητέρα. Οταν αντιλαμβάνεται τη διστακτικότητά του και καταλάβει την αγωνία του μπορεί να μείνει λίγο μαζί του, εξηγώντας του ότι όλα τα παιδιά είναι φοβισμένα γιατί δεν ξέρουν τι θα συναντήσουν, χωρίς να χάνει το στόχο που είναι ότι το παιδί θα πάει στο σχολείο».
* Από το βιβλίο προκύπτει πως η παρατήρηση βρέφους είναι συνάμα παρατήρηση των γονιών και αυτοπαρατήρηση.
* «Αυτό που καθορίζει αυτές τις πρώτες σχέσεις που είναι τόσο σημαντικές για τη ζωή του καθενός μας είναι η δεκτικότητα της μητέρας στα μηνύματα του μωρού της και η απαντητικότητά της στις εκκλήσεις του. Αλλωστε χωρίς ματαίωση δεν υπάρχει ανάπτυξη, αν δεν νιώσουμε την έλλειψη, δεν θα ψάξουμε, δεν θα προσπαθήσουμε, να βρούμε άλλους τρόπους να τα βγάλουμε πέρα, δεν θα ακονίσουμε το μυαλό μας».
* Πολλοί γονείς τοποθετούν τα παιδιά τους στο κέντρο του κόσμου. Πόσο τα βοηθά να εξελιχθούν κάτι τέτοιο;
* «Οι γονείς που γίνονται θυσία για το παιδί τους περιμένουν ανταλλάγματα. Οταν έχει θυσιάσει την προσωπική του ζωή περιμένει το παιδί να καλύψει όλες του τις ανάγκες που για χάρη του θυσίασε. Το παιδί δεν έχει ούτε τη δυνατότητα ούτε τα προσόντα ούτε την υποχρέωση. Δεν μπορούμε να το φορτώνουμε ότι για χάρη του τα παρατήσαμε όλα. Οχι, για χάρη της δικής μας εικόνας, ως μητέρας, τα παρατήσαμε. Είναι άδικο να περιμένουμε από το παιδί να γεμίσει τη ζωή της μαμάς του».
* Υπάρχουν συνταγές επιτυχίας;
* «Οι γονείς χρειάζονται να διαφυλάξουν τη δική τους ικανότητα φροντίδας του παιδιού τους. Δεν είναι υπεράνθρωποι και το παιδί τους έχει ανάγκη να βιώσει τις ανθρώπινες διαστάσεις τους. Επιπλέον, σίγουρα δεν εξυπηρετούν τις αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού τους με το να τροφοδοτούν (για τους δικούς τους λόγους), μια εικόνα του εαυτού τους, “πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα”. Αν είναι αδιάκοπα διαθέσιμοι, δεν αφήνουν στο παιδί χώρο να νιώσει την έλλειψή τους και κατά την απουσία τους να αντλήσει από τις μνήμες του, να αναπαραστήσει και να σκεφτεί. Προσπαθώντας να μην το απογοητεύσουμε υπερβαίνουμε τα όρια αντοχής μας και τότε είναι δύσκολο να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις».
* Είναι εφικτή μια ισορροπία σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουμε;
* «Σίγουρα ζούμε σε μια ζοφερή πραγματικότητα και συχνά οι κακές οικονομικές συνθήκες ενοχοποιούνται για τα προβλήματα των παιδιών. Παίζουν ρόλο, όμως όχι γιατί έχουν άμεση επίδραση στο παιδί, αλλά γιατί η αγωνία και ο θυμός των γονιών για τις συνθήκες διαβίωσης τούς δυσκολεύει να ‘χουν χώρο στο νου τους για τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού τους, να έχουν την ψυχική αντοχή να διατηρήσουν με συνέπεια μια στάση οριοθέτησης και χωρίς και οι ίδιοι να το καταλαβαίνουν προσάπτουν στο παιδί τους τον φόρτο των έντονα αρνητικών συναισθημάτων που τους πλημμυρίζουν. Συνήθως λόγω ενοχών μεγαλοποιούμε τις ελλείψεις των παιδιών. Τίνος ανάγκη εξυπηρετούμε όταν αγοράζουμε στα παιδιά μας παραπάνω πράγματα απ’ όσα χρειάζονται, επειδή τα είδαν στη διαφήμιση ή τα έχουν τα άλλα παιδιά; Είναι σημαντικό να μπορούμε να εξηγήσουμε στα παιδιά μας ότι κάτι είναι ακριβό και δεν έχουμε τα λεφτά να το αγοράσουμε. Δεν χρειάζεται να παριστάνουμε τους πάμπλουτους στα μάτια των παιδιών μας».
* Μεγαλώνοντας τα παιδιά τους οι γονείς έχουν άλλη μια ευκαιρία να μεγαλώσουν οι ίδιοι;
* «Βέβαια, πολλές φορές οι γονείς δεν αντέχουν να του βάλουν όρια, να το ματαιώσουν, να πουν “όχι”, αυτή την καταπληκτική λεξούλα που είναι εξίσου απαραίτητη για το παιδί όπως το “ναι”. Είναι τρομακτικό για ένα παιδί να νιώθει ότι κυριαρχεί πάνω στους ενήλικες από τους οποίους εξαρτάται η φροντίδα του: Ποιος θα το προστατέψει από τη -φανταστική μεν τρομακτική δε- δύναμή του; Τα όρια συγκρατούν και προσφέρουν ασφάλεια. Ομως το παιδί δεν σταματά να δοκιμάζει την αντοχή των ορίων του “όχι”. Φαινομενικός στόχος του είναι να σπάσει τα όρια, κρυφός στόχος είναι να επιβεβαιώσει ότι είναι ανθεκτικά. Τα όρια που ξεχειλώνουν δεν δείχνουν ευελιξία. Δείχνουν αδυναμία και ασυνέπεια του ενηλίκου -γονιού ή δασκάλου- πάνω στον οποίο το παιδί στηρίζεται.
Λέγοντας “όχι” οι γονείς προσφέρουν την ασφάλεια των ξεκάθαρων ορίων στο χάος της ψυχικής ανωριμότητας του παιδιού τους. Του προσφέρουν πλαίσιο για να αναπτυχθεί, προετοιμάζοντάς το να είναι ανθεκτικό στις ματαιώσεις, τις απογοητεύσεις και τις αντιξοότητες της ζωής. Η δυνατότητα έκφρασης των έντονων συναισθημάτων και η διαπραγμάτευσή τους επιτρέπει την ομαλή συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, νιώθουν ότι οι γονείς και οι δάσκαλοι αντέχουν την έκφραση αρνητικών συναισθημάτων.
Λέγοντας “όχι” στο παιδί δεν είμαστε κακοί γονείς, δημιουργούμε ένα χώρο ανάμεσα στις επιθυμίες και την πραγματοποίησή τους, ένα χώρο σκέψης».
* Το δίλημμα όμως είναι υποτακτικό ή ελεύθερο;
* «Αν κάποιος σε υπηρετεί και κάνει όλες τις δουλειές για χάρη σου, τότε εσύ γίνεται αδύναμος, εξαρτάσαι από αυτόν και δεν μαθαίνεις να αντέχεις τις απογοητεύσεις, να συμβιβάζεσαι. Δεν γίνεσαι δυνατός. Κάθε περιορισμός είναι ευκαιρία για εξέλιξη.
Ανταποκρίνομαι στις ανάγκες του παιδιού, δεν σημαίνει κάνω ό,τι μου ζητήσει. Η ικανότητα να λέμε “όχι” πρέπει να αντέχει τη συναισθηματική πίεση του παιδιού που διαμαρτύρεται και να συνοδεύεται από μια ευαισθησία για τις πραγματικές ανάγκες του. Τα παιδιά δεν είναι αγγελούδια, ούτε είναι δυνατόν να είναι συνεχώς ευτυχισμένα!» *
Το φαΐ, υποκατάστατο ματαίωσης
Παραθέτουμε ενδεικτικά ένα απόσπασμα από το βιβλίο. Πρόκειται για την παρατήρηση της ψυχολόγου Λήδας Αναγνωστάκη, που εστιάζει στη «διατροφική σχέση» μεταξύ της μητέρας και ενός φυσιολογικά αναπτυσσόμενου βρέφους, της Κωνσταντίνας, και διερευνά τη σημασία που έχει η διαδικασία πρόσληψης τροφής σε σωματικό και σε ψυχικό επίπεδο για το βρέφος.
* «Κωνσταντίνα, 11 μηνών και 3 εβδομάδων.
(Η μητέρα είχε ήδη δώσει μία μπανάνα κομμένη σε κομμάτια στην Κωνσταντίνα, της ετοίμαζε όμως και φρουτόκρεμα στο μίξερ με μπανάνα, πεπόνι και ροδάκινο). Η Κωνσταντίνα, αφού έφαγε μερικά κομμάτια μπανάνας που είχε μπροστά της, άρχισε να παίζει με τα υπόλοιπα. Μερικά τα έπιανε με το χέρι της και τα έφερνε στο στόμα της, χωρίς να τα τρώει. Αλλα τα χτυπούσε με το πιρούνι και άλλα τα έριχνε κάτω. Κάποια στιγμή το βλέμμα της στράφηκε προς το μίξερ που η μητέρα τής ετοίμαζε τη φρουτοσαλάτα. “Α, όχι!”, είπε η μητέρα. “Πρώτα θα φας κανονικά την μπανάνα σου και μετά το ετοιματζίδικο”. Απόρησα. Αναρωτήθηκα γιατί η μητέρα δεν μπορούσε να σκεφτεί ότι η κόρη της ίσως να μην πεινάει άλλο».
* «Το φαγητό ήταν κάτι που προσφερόταν απλόχερα στην Κωνσταντίνα και μάλιστα φαινόταν να παρουσιάζεται σαν λύση στις αγωνίες και τις στενοχώριες της. Πολλές φορές σκεφτόμουν ότι ίσως η μητέρα προσέφερε φαγητό στην Κωνσταντίνα αντί να προσφέρει κάτι θετικό συναισθηματικά. Σε λίγους μήνες η Κωνσταντίνα έμοιαζε να είχε εσωτερικεύσει αυτή τη λειτουργία. Ολο και συχνότερα, όταν στεναχωριόταν ή ματαιωνόταν, επιζητούσε να φάει κάτι. Το φαγητό έμοιαζε να παίζει το ρόλο του “καλού εξιδανικευμένου αντικειμένου” που μπορεί και καταπολεμά το αίσθημα του κενού, αλλά και τους κινδύνους που απειλούν το Εγώ».
* «Κωνσταντίνα, 13 μηνών και 3 εβδομάδων.
Η Κωνσταντίνα προσπαθούσε να κατεβεί από το καρεκλάκι της. Στην προσπάθεια αυτή στραβοπάτησε και έπεσε κάτω. Δεν φάνηκε να χτύπησε, αλλά πρέπει να τρόμαξε και έβαλε τα κλάματα. Η μητέρα στην αρχή την παρότρυνε να σηκωθεί λέγοντάς της ότι “δεν έπαθε τίποτα”, αλλά η Κωνσταντίνα δεν ηρεμούσε. Η μητέρα την πήρε στην αγκαλιά της, τη χάιδεψε λίγο και την πήγε προς το ντουλάπι με τα μπισκότα. Το άνοιξε και της έδωσε ένα. Η Κωνσταντίνα μόλις είδε το μπισκότο ηρέμησε».
Πρόγραμμα παιδικής ψυχοβοήθειας στο «Παίδων»
Συμπτώματα του βρέφους, όπως διαταραχές ύπνου, δυσκολίες στη διατροφή, κρίσεις θυμού ή άπνοιας, αδυναμία αποχωρισμού, υπερκινητικότητα ή επιθετικότητα στις συναλλαγές με τους άλλους, αναγκάζουν τους γονείς να αναζητήσουν βοήθεια, πέραν της αρχικής βοήθειας που έχουν πάρει από τον παιδίατρό τους και έχοντας αποκλείσει οργανική αιτιολογία.
Στην Πανεπιστημιακή Παιδοψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» λειτουργεί ένα πρόγραμμα πρώιμης πρόληψης 5 συναντήσεων για γονείς και τα μικρά παιδιά τους (βρέφη/νήπια). Στόχος της βραχείας θεραπευτικής παρέμβασης είναι να ανακτήσουν οι γονείς την ικανότητα να σκεφτούν για το παιδί τους, να αναγνωρίσουν τις δυσλειτουργίες, να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες και να ανακαλύψουν τρόπους να τα βγάζουν πέρα για να μπορέσουν να μοιραστούν την αμοιβαία χαρά της ανάπτυξης.
Διερευνώντας με τους γονείς τα συναισθήματά τους για τα παιδιά τους μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για την προσέγγιση προβληματικών περιοχών στις γονεϊκές σχέσεις, στις σχέσεις γονιών-παιδιού σήμερα, αλλά και στις σχέσεις των γονιών με τους δικούς τους γονείς.
Σημειώνουμε ωστόσο ότι οι δυσκολίες της καθημερινότητας δεν είναι απαραίτητα ψυχική διαταραχή. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη, όχι η αποφυγή των καθημερινών αντιμετωπίσιμων δυσκολιών.