Μερικά έργα, αν σου τα προλογίσει κάποιος, τα χαλάει. Αυτό το έργο όμως είναι αδύνατον να περιγραφεί. Βλέπεις Seth Rogen και Evan Goldberg και σκέφτεσαι Superbad και άλλα αντίστοιχα χαζοχαρούμενα Αμερικάνικα έργα. Άλλα πετυχημένα (Pineapple Express), άλλα λιγότερο πετυχημένα (Green Hornet). Όταν λοιπόν αρχίζει το έργο και παίζουν τους εαυτούς τους είναι λογικό να ανησυχήσεις. Έχουμε δει πολλές ταινίες με πολλούς γνωστούς σε πολλά κάμεο. Συνήθως είναι έργα κάποιου ηθοποιού που θέλει να το παίξει σκηνοθέτης. Ότι και να κάνει, τελικά μοιάζει με πρώτη προσπάθεια μικρού μήκους από σχολή κινηματογράφου.
Η υπόθεση; Ούτε αυτή είναι προφανής. Πάνω που νομίζεις ότι κατάλαβες το στυλ στο οποίο θα προχωρήσει… αλλάζει. Σκάει ο ένας γνωστός ηθοποιός μετά τον άλλο. Δίνουν όλοι τα ρέστα. Είναι σαν οι σεναριογράφοι αφενός να τους ήξεραν τέλεια, αφετέρου να ήταν σε τρομερή μέρα με απίστευτη χημεία όλοι μεταξύ τους. Καμία σχέση με το “Stand Up Guys” ή άλλες αποτυχημένες μαζώξεις γνωστών ηθοποιών.
Υπάρχει μια πολύ μικρή περίπτωση να μην γελάσετε. Αν σας πιάσει το συντηρητικό σας. Η ταινία δεν έχει ιερό ούτε όσιο. Η σκέψη ” Καλά, γίνεται αυτό στο σινεμά; Είναι δυνατόν να είπε αυτό που μόλις είπε;” είναι πολύ πιθανό να περάσει πολλές φορές από το μυαλό σας. Σαν την πρώτη φορά που είδαμε το “Borat” και μείναμε με ανοιχτό το στόμα. Σκηνοθετικά πάλι τους βγάζεις το καπέλο. Ουσιαστικά, περιορισμένοι σε ένα σπίτι μερικοί άνθρωποι η υπόθεση. Το έργο θα μπορούσε να ήταν και θεατρικό.
Το άλλο συνηθισμένο πρόβλημα με τέτοιες ταινίες παρουσιάζεται κάπου μετά την μέση συνήθως. Δηλαδή έχουν μια καλή ιδέα, έχει πλάκα στην αρχή αλλά μετά ή ξεφουσκώνει ή γελοιοποιείται. Και πάλι όμως το “This is the end” μεγαλουργεί. Δεν σε αφήνει να χαλαρώσεις, δεν ακολουθεί καμία πεπατημένη. Και δεν κρεμάει. Καθόλου.
Προσπαθούσα να σκεφτώ γιατί με εντυπωσίασε τόσο πολύ το έργο και νομίζω ότι έχει να κάνει με την ιδιομορφία της αντρικής σαχλαμάρας. Κάτι σαν τον Μάρκο Σεφερλή. Ένα είδος γελοιότητας το οποίο οι άντρες θεωρούν υποχρέωσή τους να αναδεικνύουν και οι γυναίκες τους υποχρέωση τους να στηλιτεύουν. Είναι σαν να παίρνουμε εμείς τον ρόλο του ανώριμου παιδιού και εσείς τον ρόλο της αυστηρής μαμάς. Το “This is the end” παίζει υπέροχα με την σαχλαμάρα, την υπέρβασή της, το χτίσιμό της, το γκρέμισμά της. Μια λεπτή γραμμή που το “Campaign” πρόσφατα δεν κατάφερε να περάσει επιτυχώς. Ξεχάστε το “The Hangover”, είναι πολύ καλύτερο. Εξερευνά την αντρική φιλία, τον προβληματισμό κάθε άντρα καθώς μεγαλώνει και χάνει την παρέα του… και μετά τα ανατινάζει όλα!
Μια μέρα αυτοί οι δυο ικανοί σεναριογράφοι (και τώρα σκηνοθέτες) μπορεί να βγούνε από τις λουσάτες βίλες της γειτονιάς τους. Ίσως καταπιαστούν με τον γάμο, τα παιδιά, τον θάνατο και άλλα ερωτήματα. Ίσως μεγαλουργήσουν κι εκεί, μάλλον δεν θα τα καταφέρουν. Θα έχουμε να χαζογελάμε με το “This is the End” τουλάχιστον.
Οπότε ξεχάστε τώρα όλα όσα διαβάσατε πιο πάνω. Αν διαβάσετε μια άλλη κριτική, τελείως αρνητική, αγνοείστε την. Αν θέλετε να γελάσετε, απλά δείτε την ταινία.