Το περιβόητο τρίπτυχο: Άλλα κάνω, άλλα λέω και άλλα υπονοώ…
Κάθε εσωτερική σύγκρουση αποτελεί μια πάλη, που λαμβάνει χώρα όχι μόνο εντός, αλλά και εναντίον του καθένα. Κατασπαταλώνται εσωτερικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να διοχετευθούν πολύ πιο δημιουργικά σε άλλους τομείς.
Όταν τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν καλά και αναδύονται θετικά συναισθήματα, χαίρεσαι και σου είναι εμφανέστατο, χωρίς να αναζητάς τα πώς και τα γιατί… Ωστόσο, όταν τα συναισθήματα μοιάζουν να μην είναι ευχάριστα, αναζητάς τις αιτίες, οι οποίες μάλιστα εμφανίζονται δυσανάλογα εντοπίσιμες.
Γιατί όμως, ενώ όλα πηγαίνουν φαινομενικά καλά, νιώθεις αυτό το κενό; Γιατί, ενώ όλα θα μπορούσαν να είναι στοιχισμένα και τοποθετημένα όπως θα έπρεπε, δε μπορείς να απαλλαγείς από τη σχετική – άσχετη, γνωστή – άγνωστη δυσφορία; Η απάντηση έγκειται στις παρακάτω δύο διαπιστώσεις:
Α) Είναι λανθασμένη η εντύπωση ότι τα θετικά συναισθήματα πηγάζουν από απλά και κατανοητά αίτια ενώ τα αρνητικά από πολύπλοκα και
Β) το ότι τα αντιλαμβάνεσαι ως πολύπλοκα, έγκειται στο γεγονός ότι δημιουργούν εσωτερικές συγκρούσεις. Ξέρεις, αυτές οι αντικρουόμενες δυνάμεις στο εσωτερικό του συστήματός μας, οι καθ’ όλα μπερδευτικές…
Η σύγκρουση προϋποθέτει συνάντηση και πάλη. Αναρωτιέμαι όμως μήπως θα έπρεπε να αποδαιμονίσουμε επιτέλους τις συγκρούσεις και να αναλογιστούμε πόσο είναι φυσικές παρά αφύσικες… Πόσο οι εσωτερικά αντιφατικοί μονόλογοι – διάλογοί μας, είναι φυσιολογικό να μας κατακυριεύουν, όταν μας βάζουν σε διαδικασίες δυσφορίας.
Απλούστατα, όταν υφίσταται μια σύγκρουση, μυαλό και καρδιά εκτελούν σωστά την αποστολή τους. Αν κάποιο από τα δύο σώπαινε συνεχώς, δεν θα σταθμιζόταν οι απόψεις και οι εναλλακτικές με σκοπό να αντληθεί ένα συμπέρασμα και να παρθούν αποφάσεις.
Μία εσωτερική σύγκρουση γίνεται βάρος, όταν παραμένει άλυτη, άρα άκαρπη και ανεκμετάλλευτη. Όταν ένα κομμάτι μας ζητά απεγνωσμένα μία λύση καταβάλλοντας τεράστια προσπάθεια συγκρουόμενο… Όταν νους και καρδιά εμπλέκονται και εγκλωβίζονται σε ένα φαύλο κύκλο που εμποδίζει να διαμορφώσει κανείς τη ζωή του κατά βούληση και κατά (δικό του , ολόδικό του) γράμμα, τότε τα συναισθήματα και οι σκέψεις οφείλουν να λειτουργούν περισσότερο ως οδηγοί και γλώσσα επικοινωνίας του εντός και του εκτός (και του επί τα αυτά ).
Στις περιπτώσεις που απόψεις και αποφάσεις μας τυγχάνουν αποδοχής από τον κοινωνικό περίγυρο, αυτό δε σημαίνει αυτόματα ότι οδηγούν και στο δικό μας επιθυμητό αποτέλεσμα. Και εκεί είναι που συζητάμε πλέον για προτεραιότητες. Λένε πως, όταν κάτι μας αφήνει την αίσθηση του αβίαστου, αυτήν την ευχαρίστηση και την ευκολία της ροής, τότε είναι μία σημαντικότατη ένδειξη ότι βρισκόμαστε στο “σωστό” για εμάς δρόμο…
Αν παρ’ όλα αυτά μένουμε με μία κάποια βαριά αίσθηση αντίφασης και αντίθεσης, αυτό επίσης αποτελεί μια βάσιμη πληροφορία και ώθηση για επανεξέταση, αξιολόγηση και επαναπροσδιορισμό. Το γνωστό και μη εξαιρετέο «Ακολούθα την καρδιά σου», έχει την παραπάνω ακριβώς βάση… Ας μην αψηφούμε τα θέλω και τις ανάγκες μας επικαλούμενοι τετράγωνες λογικές σερβιρισμένες από άλλους και από εμάς τους ίδιους.
Προκειμένου, βεβαίως, να αποκτήσουμε διαύγεια και να χρησιμοποιήσουμε τις εσωτερικές συγκρούσεις υπέρ μας, επιβάλλεται να κάνουμε τον εξής σαφή διαχωρισμό ανάμεσα σε ένα πρόβλημα και σε κάποια σύγκρουση, καθώς παρόλο που και τα δύο προκαλούν την ίδια αίσθηση, ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε για να βγούμε από αυτήν την κατάσταση είναι τελείως διαφορετικός.
Ο Ruediger Schache στο βιβλίο του «Τα 7 Πέπλα της Αλήθειας» διαχωρίζει και φωτίζει τα εξής σημεία διαχωρισμού ανάμεσα στο πρόβλημα και στην εσωτερική σύγκρουση:
«Το πρόβλημα είναι πρακτικής φύσεως. Η σύγκρουση είναι συναισθηματικής φύσεως. Μία εσωτερική σύγκρουση έχει την τάση να θέλει να οδηγήσει διάφορα συναισθήματα σε μία λύση. Αντίθετα, ένα πρόβλημα δίνει την αίσθηση της “αγγαρείας” […] Το πρόβλημα υφίσταται στον εξωτερικό κόσμο. Η σύγκρουση αποτελεί μέρος του εσωτερικού μας κόσμου. Η παρατήρηση και το ξεσκαρτάρισμα ανθρώπων, πραγμάτων και καταστάσεων δεν πρόκειται να σας πάνε παρακάτω. Στα προβλήματα οι λύσεις προκύπτουν μέσα από τη σκέψη και την πράξη. Τις εσωτερικές συγκρούσεις μπορείτε να τις λύσετε μόνο στον κόσμο των συναισθημάτων. Μπορείτε μεν να αναλογιστείτε τι πυροδοτεί μέσα σας αντικρουόμενα συναισθήματα και να σκέφτεστε πρακτικές λύσεις τις οποίες κάνετε πράξεις στη συνέχεια, αλλά η εσωτερική σύγκρουση θα υποχωρήσει, στην καλύτερη περίπτωση, μόνο για λίγο. Θα επανέλθει με την πρώτη ευκαιρία. Απλώς καταλαγιάζει. Δε λύνεται».
Για αρχή, ενδείκνυται να σταματήσουμε να μαχόμαστε τον εσωτερικό μας κόσμο αλλά και τα ίδια μας τα “θέλω”. Δεν υπάρχει πιθανότητα να λύσουμε μια σύγκρουση με το συνηθισμένο τρόπο, αφού δεν υπάρχει ουσιαστική λύση. Το τέλος δεν μπαίνει απλά και μόνο επειδή το σκεφτήκαμε και το διευθετήσαμε στο μυαλό μας. Αν ερευνήσαμε όλες τις παραμέτρους και προετοιμαστήκαμε για πολλά ενδεχόμενα, αυτό που ενδείκνυται αρχικά είναι η παρατήρηση και η καταγραφή των όσων νιώθουμε εκείνη τη στιγμή. Μεταφέροντας τις σκέψεις σε χαρτί, μας κάνει αυτόματα να ηρεμούμε και να είμαστε λιγότερο αναμεμειγμένοι στο δράμα. Ακόμη, διαχωρίζοντας γραπτώς σκέψεις και συναισθήματα, η σύγκρουση δεν θα παραμένει θολή μέσα στο κεφάλι μας. Δε χρειάζεται να ρίχνουμε το φταίξιμο σε κανέναν. Απλώς να εκφράσουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα, καθώς είναι πέρα για πέρα ανθρώπινο και να τα έχουμε και να τα εξωτερικεύουμε. Είναι εντάξει να αφεθούμε στις αντιφάσεις και να πούμε στον εαυτό μας ότι έτσι νιώθουμε και δεν είναι κατακριτέο, γιατί σύγκρουση σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
«Το να νιώθουμε τα συναισθήματα χωρίς να θέλουμε να τα αλλάξουμε, είναι ο δρόμος προς την αλλαγή, που τόσοι πολλοί άνθρωποι επιζητούν. Φαντάζει παράλογο, γι’ αυτό και το μυαλό προσπερνά διαρκώς τη λύση. Αλλά έτσι ακριβώς λειτουργεί. Αυτή είναι η τρελή λογική του κόσμου των συναισθημάτων».
Ρ.Σάχε