Πόσο γρήγορα αλήθεια φτάσαμε από την ντάλα του καλοκαιρινού στο μήνα του χρόνου με τη μικρότερη μέρα; Χριστούγεννα και φέτος, μια αναπνοή από όλα. Η απόσταση που έχεις με επιτυχία αφήσει πίσω σου είναι ίδια σε μάκρος με αυτήν που βλέπεις να απλώνεται μπροστά σου. Και ο Χριστός γεννήθηκε Δεκέμβριο, μια αναπνοή κι αυτός απ’ τη ζωή, μια αναπνοή και απ’ το θάνατο.
Αφήνω τον γιο μου το πρωί έξω σχεδόν από το σχολείο και όπως στέκομαι και τον κοιτάζω να ξεμακραίνει σκέφτομαι ότι η αντανάκλαση των Χριστουγέννων στα πρόσωπά και τις καρδιές μας μαρκάρει τον απόηχο της ζήσης μας, που περνάει βιαστική, σε τροχιά χειμώνα – καλοκαίρι και αυτή, και πάλι ανέναα με την ίδια σειρά.
Ως προνομιούχα παιδιά, (τη σημασία του επιθέτου την συνειδητοποιούμε μεγάλοι πια) τα Χριστούγεννα ήταν για μας η αγωνία τού πόσο ωραίο θα δείχνει και αυτή τη χρονιά το χριστουγεννιάτικο δέντρο μας με τις πολύχρωμες εύθραστες μπάλες περασμένες τρεις τρεις στα πυκνά του κλαδιά (αφθονία). Ήτανε και η αγωνία μήπως το βαμβάκι που βάζουμε στα κλαδιά του κάτσει άτσαλα και φανεί ψεύτικο το χιόνι. Ήτανε και τα ψώνια των δώρων που κάναμε το Σαββατοκύριακο μαζί με τη μαμά μας παρέα με ψημένα κάστανα που αγοράζαμε από τον τύπο που στηνότανε το χειμώνα στην πλατεία. Παράλληλα, όλα αυτά τα Χριστούγεννα (αλλά και πολλά ακόμα πίσω από αυτά) ένας μικρός μικρός Άγιος Βασίλης χτύπαγε αδιάκοπα το τζάμι της βιτρίνας του βιβλιοπωλείου απέναντι από τα ‘γαλλικά’ γυρίζοντας γύρω από τον εαυτό του υπομονετικά και λυπημένα.
Αργότερα ως νεαροί, τα Χριστούγεννα ήταν η ευκαιρία μας να καθρεφτιστούμε και να λάμψουμε μέσα στα μάτια των άλλων. Ήταν λουστρίνι και βελούδο, διχτυωτά καλσόν και eyeliner για τα κορίτσια, γιλέκα και κοστούμια για τα αγόρια. Ήταν αφορμή για εορταστικά φιλιά και πάρα πολλά γέλια. Ίσως κάπου μέσα μας να υπήρχε κρυμμένη και μια τοσοδούλα προσδοκία για μεγάλους έρωτες αλλά πάντα την κοπάναγε βιαστικά απόγευμα Πρωτοχρονιάς παρασύροντας μαζί της και τα υπολείμματα του εορταστικού hangover.
Ως μεγαλύτεροι, βιώσαμε τη λέζα του εορταστικού πανικού με επαγγελματικές εκκρεμότητες να μας κατακλύζουν στο παρά πέντε της παραμονής και ενώ όλο το γραφείο είχε αδειάσει, με υποχρεώσεις στις οποίες έπρεπε επιτυχώς να ανταποκριθούμε για να αποδείξουμε ότι τα καταφέραμε να ενηλικιωθούμε χωρίς να κοιτάμε απελπσιμένα πίσω και δώρα που διαλέξαμε στα γρήγορα και χωρίς καμμία φροντίδα για να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα.
Τελικά, όλες αυτές οι φάσεις της ζωής μας δεν σχετίζονται με τίποτα παραπάνω παρά με το πού επιλέγουμε να στοχεύει το φως: κατά πάνω μας ή εκτός κάδρου, προς τα έξω. Όλες αυτές οι φάσεις της ζωής μας ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα είτε με την εμμονή μας στα πολύχρωμα φώτα σε σχήμα λουλουδιού είτε με την ανάγκη μας για καθαρότητα που βρίσκουμε στα διάφανα, λευκά λαμπιόνια.
Τώρα λοιπόν που εκ πείρας μάθαμε εστιάζουμε στα βασικά. Τα Χριστούγεννα δεν κοιτάμε μέσα στη βιτρίνα αλλά έξω από το παράθυρο: τα δέντρα να φουντώνουν, τα σύννεφα να τρέχουν, τη μέρα να μεγαλώνει. Αφήνουμε τη χρυσόσκονη στο βαζάκι και φοράμε φρεσκοπλυμένα χαμόγελα και μοσχομυριστά βαμβακερά μπλουζάκια. Δεν διαλέγουμε δώρα αλλά συμπεριφορές. Μιλάμε λιγότερο και ακούμε περισσότερο. Κοιτάμε τα δικά μας λάθη και όχι αυτά των άλλων. Βγαίνουμε έξω και δεν μένουμε μέσα.
Φυσάμε νωχελικά και με πονηρό χαμόγελο την άχνη ζάχαρη από τους κουραμπιέδες και τρώμε μόνο το μπισκότο.