Κλασική παρηγοριά το “μερικοί άνθρωποι έρχονται στη ζωή μας για να μας δείξουν κάτι και μετά φεύγουν”, “ο δάσκαλος εμφανίζεται όταν ο μαθητής είναι έτοιμος” και ένα εκατομμύριο άλλα τσιτάτα που μπορώ να σας τα γράφω μέχρι μεθαύριο.
Και;
Ναι.
Και; Ξαναρωτάω.
Μάλιστα, και οι άσχημες εμπειρίες και οι απώλειες, είναι μέσα στο πρόγραμμα, μας κάνουν πιο δυνατούς, είναι εφόδια μας στο σακίδιο που λέγεται πείρα… ναι.
Και;
Κι αν ο δάσκαλος ήρθε για να μου δείξει ένα, δύο, τρία, δεκαοκτώ πράγματα, έκανε ένα πέρασμα από τη ζωή μου που μου έδειξε τι μου έλειπε, τι ζητούσα, τι έπρεπε να έχω, πόσο ωραίο ήταν και όλα τα συναφή και τώρα έχω μείνει η προσωποποίηση του “τα κεφάλια μέσα”, πώς θα συνεχίσω;
Α, έχω και το καλύτερο “τώρα ξέρεις τι ψάχνεις τι σου αξίζει, τι χρειάζεσαι, τι θέλεις”.
Μωρέ και πριν ήξερα, το θέμα ήταν που να το βρω. Μην κοιτάς που οι συνθήκες δεν μου επέτρεπαν να το αναζητήσω κι έπρεπε να αρκεστώ σε κάτι λιγότερο/φτηνότερο/απαιτητικότερο. Αν πάρουμε και ως δεδομένο ότι τα στερνά τιμούν τα πρώτα, εφόσον έκανα τόσο καιρό να το βρω, τι μου εγγυάται ότι θα μου ξαναπαρουσιαστεί;
Το χειρότερο; (που ακούγεται σαν βλασφημία προς το τέλειο που έζησες). “Μήπως ήταν καλύτερα να μην είχε συμβεί, ώστε να μην ξέρω τι χάνω;” Γιατί είναι υπέροχα στο Μπαλί, το φανταζόμαστε όλοι, ακόμα κι αυτοί που δεν έχουμε πάει. Αν μετά το Μπαλί γυρίσεις στο εξωτικό μη διαμπερές κοτέτσι της Κολοκυνθούς, πώς ξαναπροσαρμόζεσαι;
Όλα έχουν να κάνουν με το καταστροφικό κατά τη γνώμη μου ταλέντο του ανθρώπου να προσαρμόζεται άμεσα και τέλεια, στο καλύτερο (πόσο δε μάλλον στο τέλειο).
Από σπίτι μέχρι σχέση.
Από δουλειά μέχρι διακοπές.
Σε όλο το φάσμα.
Κανείς δεν ασχολήθηκε όμως με το πώς επανέρχεσαι στην πρότερη κατάσταση και πόσο οδυνηρό είναι…έχοντας πλέον γνώση για το πώς θέλεις να είναι κάτι, κρίση για το τι θέλεις να έχεις, άποψη για το ποιο πράγμα θέλεις, μνήμη… μνήμη για το τι είχες και τι έχασες.
Και μιλάω πλέον ξεκάθαρα για ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ δίπλα μας. Πέρα απ’ όλα αυτά που μας λείπουν όταν δεν είμαστε πλέον με τον άνθρωπο που ταίριαζε σαν το διπλανό κομμάτι του πάζλ του εαυτού μας, μιλάω ακόμα και για την αίσθηση του πόνου που έχει το δέρμα μας επειδή δεν το αγγίζει…
Κάθε αγκαλιά είναι νομίζω μια προσπάθεια του να βάλουμε τον άλλον κάτω από το δέρμα μας. Δεν τα καταφέρνουμε και ξαναπροσπαθούμε αγκαλιάζοντάς τον ακόμα πιο σφιχτά την επόμενη φορά, με μια νέα τεχνική ασυνείδητα, που ίσως καταφέρει να τον βάλει στο κορμί μας. Κι αυτό χάνεται…
Η στάση κουτάλι που σε είχε πείσει μαζί του ότι δεν είσαι πια στρογγυλό καρφί σε τετράγωνη τρύπα αλλά το σμιλεμένο με χειρουργική ακρίβεια, ούπατ που επιτέλους βρήκε που χωράει…
Και τότε σε τσακίζει η απώλεια…
Για όλα τα χάδια που στερούμαστε, για όλα τα βλέμματα που ψάχνουν τη φιγούρα του, για όλες τις κουβέντες που θα μεταφέρονταν στους νευρώνες του εγκεφάλου μας σαν μηνύματα ικανά να προκαλέσουν σεροτονινικό σοκ, για όλα τα φιλιά που αισθάνονται ικανά τα χείλη μας να δώσουν, για όλες τις αναπηδήσεις που κάνουμε ασυνείδητα πριν μεταφέρουμε το αστείο που μας έκανε να τρελαθούμε στο γέλιο 50% για το χιούμορ και 50% για το ότι θα το μοιραστούμε με τα Αυτιά που θα καταλάβουν ακριβώς τι είναι αυτό που μας κάνει να γελάμε μέχρι δακρύων … μέχρι να περάσουν τα δυο δευτερόλεπτα που θα συνειδητοποιήσουμε ότι τα Αυτιά ΔΕΝ είναι πλέον δίπλα μας.
Και δεν θα ξαναείναι. Ποτέ.
Και πάμε ξανά και ξανά στο σημείο που “αναπαύεται” ο άνθρωπος που μας σημάδεψε, να καθίσουμε εκεί στην άκρη, κοιτώντας μια φωτογραφία που λίγη σχέση έχει με την πραγματικότητά μας, με αυτή που θυμόμαστε εμείς σαν πραγματικότητα, που την διαμόρφωνε κάθε χαμόγελο, κάθε καινούργια ρυτίδα από έννοια ή από γέλιο, κάθε αλλαγή της φωνής ανάλογα με αυτό που περιέγραφε, καλό ή κακό, συγκινητικό ή όχι, αστείο ή θλιβερό, ερωτόλογο ή ζηλόφθονο σχόλιο, πικρό ή γλυκό, πάντα όμως δικό ΤΟΥ και δικό ΣΟΥ. Δικό Σας.
“Η απουσία σου… το άλλο όνομα της Κόλασης”.
Ποίηση που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Αυτό που αισθανόσουν από τότε που έφυγε και δεν είχες τρόπο να πεις.
Ποίηση, λέξεις στο χαρτί, γραμμένες με την πιο αιχμηρή γραμματοσειρά.
Κι ο ήλιος εκεί, κάθε πρωί να βγαίνει με το ίδιο θράσος, να μην έχει επηρεαστεί το σύμπαν απ’ όλο αυτό που περνάς εσύ, από την καταβαράθρωση σου, την αίσθηση της ζάλης που έχεις από τον πόνο, αυτό το συναίσθημα του ότι το γεγονός έχει μεταμορφωθεί σε δεξί ντιρέκτ και κάθε τόσο την τρως στο δόξα Πατρί. Πώς να φωνάξεις το σύνθημα του γέρου προπονητή του Ρόκυ, που σε βοηθούσε σε όλη σου τη ζωή για να ξεπερνάς πράγματα; Είναι μια περίσταση που το “ΝΟ ΡΑΙΝ” δε βοηθάει. Πολύ απλά γιατί ο αντίπαλος δεν είναι ξένος, είναι ο Πρώην Ευτυχισμένος σου Εαυτός. Ξέρει που να ρίξει, που να σημαδέψει, που να εστιάσει.
Θυμάσαι που όταν ήσουν παιδί στην εξοχή κοιτούσες τα σύννεφα που έτρεχαν και σχημάτιζαν σχήματα που έψαχνες να βρεις τι σου θυμίζουν; Έτσι έμαθα τα Δωδεκάνησα. Τι να έκανα… ήταν πολλά νησιά. Τώρα εσύ η κυνική, ο άνθρωπος – τοίχος κατέληξες να ψάχνεις τη μορφή του σε κάθε νεφέλωμα που προκλήθηκε από την υγρασία από την τρελή επιθυμία να έχεις μια οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας με τον άλλο κόσμο. Αν πια, δεις να σχηματίζεται κάτι αφηρημένο σαν το αρχικό του… εκεί, δεν μπορεί κανείς να σου το βγάλει από το μυαλό ότι έγινες indigo.
Κι η γονατιά στο στήθος σου… σε κάθε χαρούμενη (χαρούμενη… ας πούμε) σκέψη, απίστευτα ακριβής η γονατιά. Ένα ατέλειωτο σκουός όλα τα συναισθήματά σου πλέον. Στον τοίχο. Γιατί ποια είναι η ικανοποίηση από κάθε τι που αξίζει να αναπαράγεις, αν δεν υπάρχει ο απέναντι τενίστας…
Η ικανότητα της μοιρασιάς: υποδιπλασιασμός του αρνητικού συναισθήματος – υπερδιπλασιασμός του θετικού.
Τα βράδια που είσαι μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, που έχεις ενστερνιστεί την ατάκα της Σκάρλετ Ο Χάρα ότι “αύριο όλα θα πάνε καλύτερα”, περνάει από το μισοκοιμισμένο σου μυαλό το ενδεχόμενο του να επανεξεταστεί η περίπτωσή σου, η αδικία του να χαθεί ο άνθρωπός σου, έχοντας τόσα πολλά ακόμα να κάνει, να δώσει, να πάρει από τη ζωή, από σένα, από το περιβάλλον του, έχοντας τόσα πολλά ακόμα στολίδια να κρεμάσει στην ψυχή σου, στο είναι σου… Πώς διαπιστώνεις ότι η αγάπη αυτή ήταν η αγάπη της ζωής σου; Όταν δε λες, το εκτενώς αναλυμένο από ψυχολόγους, φιλόσοφους, συγγραφείς “που μ’ άφησες” που δείχνει εγωισμό, αλλά το “που πήγες εσύ, όνειρό μου”…
“Η απουσία σου… το άλλο όνομα της Κόλασης… του Πόνου”.
Του Πόνου του μεγάλου, του απτού, που κόβεται με το μαχαίρι της Μοναξιάς που είναι πιο βαριά από πριν γιατί πριν ήσουν εσύ Μόνος σου, ολόκληρος, με σαφή και περιφραγμένα τα όρια του εαυτού και του κορμιού σου, ενώ τώρα είσαι μόνος σου, μισός, ακρωτηριασμένος, λειψός…
Αν ακούγεται σαν Άρλεκιν, ζητώ συγγνώμη.
Γράφτηκε από την Piperia για το brightsideofmom.gr