Πρώτα φάγαμε στην Αρβανίτσα. Μια καταπληκτική τοποθεσία στον Ελικώνα, (κοντά στην Λιβαδειά είναι το βουνό) ένα αλπικό λειβάδι, συχνά με χιόνι στο οποίο φτάνεις από πανέμορφο ασφαλτόδρομο. Αλλά με “τους δικούς του όρους”:
“Να βάλουμε κάπου τις μπότες μας να στεγνώσουν;” Μας αγριοκοιτάζει. Κατάλογος ψευτοψαγμένος, πανάκριβα όλα. Την άλλη μέρα ξυπνάμε και πάμε στην Αγία Άννα, το κοντινότερο χωριό. Ένα καφενείο ανοιχτό (ώρα εκκλησίας γαρ) επειδή “είναι 20 ώρες την ημέρα ανοιχτός αυτός.”
Ο “αυτός” λέγεται Τάκης Καρακικές και πριν προλάβεις να μπεις στο μαγαζί, σου έχει ανοίξει την καρδιά. Αεικίνητος και φιλόξενος σαν να πήγες στην αγαπημένη σου θεία, αυτή στο χωριό που σε είχε πάντα αδυναμία. Στα καφενεία το φαγητό είναι πάντα είδος υπό διαπραγμάτευση. Είδα κάτι ρυζόγαλα και τα καπάρωσα. Ο φίλος παράγγειλε καφέ. Με έκοψε (ορθώς) για τσάι του βουνού εμένα. Πριν φτάσουν τα ρυζόγαλα όμως μας φώναξε από την κουζίνα: “Μήπως θέλετε να δοκιμάσετε τον πατσά μας;” Κρύος, κατσικίσιος και η τόλμη μας ανταμείφθηκε:
Πριν τον δοκιμάσω, ομολογώ ότι σκέφτηκα “καλά, σκέτο πατσά τώρα;” αλλά ο Κος Τάκης με είχε προλάβει. Να οι τομάτες, να το τυρί, πάρε και ένα γλυκύτατο μανούρι έτσι να έχεις. “Αν ήταν η γυναίκα μου εδώ θα σας έκανε και δίπλες”, απαρηγόρητος ο Τάκης.
Στο μεταξύ γέμιζε ο καφενές με την Γερουσία του χωριού. Από τις καλές. Με συμβουλές για το περπάτημά μας, με πολιτική κουβέντα ευγενική, με χιούμορ. Θα μπορούσαμε να κάτσουμε όλη μέρα. Απολαυστικά όλα. Και ο λογαριασμός:
“Τώρα να σας πω πέντε ευρώ καλά είναι;” ο Τάκης. Σχεδόν αισθάνθηκα άσχημα μετά από τέτοιο τσιμπούσι. Αλλά θα επανορθώσω την επόμενη φορά.
Το καφενείο είναι στην Αγία Άννα Βοιωτίας, ιδανικό εφαλτήριο για περπάτημα ή βόλτα, ακόμα και σε ημερήσια εκδρομή από Αθήνα. 2261094165 και 6939 380096 τα τηλέφωνα του Κου Τάκη.