Ο θυμός χτίζεται με διφορούμενα βλέμματα, ανείπωτες λέξεις και κρυμμένες υπόνοιες.
Δεν οικοδομείται στην μεγάλη ένταση και έξαρση αλλά στην ησυχία και στην υπομονή.
Σιγά σιγά αναπτύσσεται και μετά έρχεται κάποια στιγμή που όλα όσα είχες μαζεμένα, ξεσπάνε σαν οργισμένο κύμα.
Σαν κύμα έρχεται εκείνη η στιγμή που σου θολώνει το μυαλό και δεν μπορείς να ελέγξεις και να συγκρατήσεις τον εαυτό σου.
Είσαι αδύναμος, ανίσχυρος, όμως εσύ νιώθεις δυνατός και σίγουρος πως ήρθε η στιγμή να βάλεις τα πάντα σε μια σειρά και να βρεις το δίκιο σου.
Ένα δίκιο που δεν μέλλει να βρεις ποτέ και πουθενά.
Όμως, εσύ εξακολουθείς να πιστεύεις πως πρέπει να διεκδικήσεις τη συγγνώμη που σου χρωστάνε ή την τιμωρία τους.
Μια συγγνώμη που δεν θα ειπωθεί ποτέ και μια τμωρία που θα αποδοθεί μόνο στη σφαίρα του φαντασιακού.
Το σαρωτικό κύμα του θυμού σου έχει καταστροφικές συνέπειες και μόνο ένα αποδέκτη, ο οποίος δεν είναι κανένας άλλος παρά μόνο εσύ.
Μετά φεύγει όπως ακριβώς ήρθε, σαν κύμα και σε αφήνει και σε αφήνει κενό με μια στυφή γεύση στο στόμα.
Καταλαβαίνεις πως όλα όσα έκανες ξέφυγαν από τον έλεγχο σου και πως όλα όσα είπες, εννόησες κι έκανες στο ξέσπασμα σου δεν μπορείς ποτέ να τα πάρεις πίσω.
Οι ενοχές σε ζώνουν σαν φίδια.
Εύχεσαι να το είχες προλάβει, να μην είχε συμβεί ποτέ ή να είχε προηγηθεί έστω ένα σημάδι που να σε σταματούσε πριν να είναι αργά.
Ο χρόνος δεν μπορεί ποτέ να γυρίσει πίσω.
Ούτε τα λόγια και οι πράξεις σου.
Πάντα θα θυμάσαι όλα όσα συνέβησαν με την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν είσαι μόνο εσύ αυτός ο οποίος θα θυμάται.
Ένα απύθμενο κατηγορώ στήνεται μπροστά σου .
Όλα τα γεγονότα μπλέκονται σ’ένα ασύμμετρο συνονθύλευμα σκέψεων που σου κατακλύζει το μυαλό.
Τα «αν» και τα «μήπως» περιστρέφονται μπροστά σου σαν χαμένες ευκαιρίες που δεν πρόλαβες ν’αρπάξεις.
Αναρωτιεσαι γιατί τελικά επέτρεψες στο θυμό σου να ξεσπάσει.
Ποτέ όμως δεν αναρωτήθηκες γιατί δεν του επέτρεψες από την αρχή να ξεσπάσει.
Γιατί δεν τον εκτόνωσες προτού εκτονώσει εκείνος εσένα;
Όλα όσα ποτέ δεν αποτίναξες οδηγούν στον κατακερματισμό σου.
Όταν θάβεις τις ερινύες σου, η ψυχική ηρεμία σε αποχαιρετά, ίσως και για πάντα.
Άραγε αξίζει;