Μόλις άρχισα να μπαίνω στην εφηβεία, θυμάμαι τη μητέρα μου κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα και γιορτή να εύχεται να βρω ένα καλό παιδί. Αυτό από τη μια είχε μια βάση, γιατί μου άρεσαν τα κακά παιδιά και το μάτι της με είχε φοβηθεί, από την άλλη όμως, υπήρχε από πολύ μικρή μια έμμεση πίεση – και στη πορεία πιο άμεση πεθαίνεις – να κάνω οπωσδήποτε οικογένεια και παιδιά και εννοείται γάμο και μάλιστα υπέρλαμπρο!
Κάπως έτσι γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές. Γονείς που μεγάλωσαν χιλιάδες παιδιά με το σκεπτικό «Να βρείς ένα καλό παιδί να παντρευτείς!». Γονείς που έπαιρναν γαμοδάνεια για να ταΐσουν το όνειρο. Γονείς που στήριξαν και με το παραπάνω μια ολόκληρη βιομηχανία στημένη επάνω σε νυφικά, γαμήλιες δεξιώσεις και νοικιασμένες Μερσεντές. Σε πανάκριβες μπομπονιέρες και περίτεχνα προσκλητήρια, σε ταφτάδες για τις μεσήλικες θείες και μαύρα μίνι φορεματάκια για τις έφηβες ξαδέρφες, σε επάργυρα δισκοπότηρα και λαμπάδες που έπρεπε οπωσδήποτε να κάνουν σετ με τα παρανυφάκια. Γαμήλια όνειρα της μιας βραδιάς, γάμοι που άρχιζαν και τέλειωναν ανάμεσα σε πισίνες με αγαλματάκια, κλαρίνα και τρίμετρους μπουφέδες.
Κι όταν τα πυροτεχνήματα έσβησαν και το γοβάκι σου, ξεχάστηκε στα σκαλοπάτια, όταν καμιά ευχή δεν σε έσωζε απ το βιβλίο των ευχών που είχατε στην είσοδο του κέντρου, ξύπνησες και είδες την αλήθεια στις απαντήσεις των γονιών σου, που από το «Να βρείς ένα καλό παιδί να παντρευτείς» πέρασαν στο «Κάνε τον μ@κα για να σώσεις το γάμο σου» ή «Έτσι είναι ο γάμος, τι νόμιζες;».
«Εγώ τι νόμιζα ή εσείς τι λέγατε;» αναρωτήθηκες, μα ούτε κι εσύ είχες τη δύναμη πια να μάθεις την αλήθεια. Ο υπέρλαμπρος γάμος σου με δόξα και τιμή, έγινε «μη μιλάς». Έγινε ανοχή σε σημείο να ξεχνάς τι καταπίνεις. Έγινε λάθος πρότυπο για τα παιδιά σου. Έγινε «Πέφτω με τα μούτρα στα παιδιά και στη δουλειά για να μην βλέπω γύρω μου». Έγινε «Δεν πειράζει άσ τον να φωνάζει τον μ@κα, γραμμένο τον έχω» ή «Κοίτα το σπίτι σου κι άσε τους άλλους». Έγινε συνύπαρξη μόνο για τα παιδιά, κέρατο και ύπνος στον καναπέ για χρόνια. ,
Έγινε ένα διαζύγιο που θα μπορούσες να αποφύγεις αν γνώριζες την αλήθεια από μικρή. Έγινε οι γονείς σου, που καθώς πλακώνονταν ή σιωπούσαν, σε μάθαιναν να πιστεύεις στο γάμο. Όχι στον αληθινό. Στον δικό τους!
… Και μέχρι σήμερα βλέπω πως σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει. Χιλιάδες άρθρα γύρω μας για το πώς να γίνεις καλύτερος γονιός και σχεδόν κανένα για το πώς να γίνεις καλύτερος άνθρωπος. Χιλιάδες όνειρα για τον Πρίγκηπα και της Πριγκήπισσα του παραμυθιού, αφόρητη η έμμεση πίεση του κόσμου που πρίν καλά καλά γνωριστεί ένα ζευγάρι το βάζει πείσμα να το παντρέψει κι όταν παντρευτεί το βάζει πείσμα να του κάνει παιδιά. Παιδιά που βλέποντας τους γονείς τους να μένουν μαζί συμβατικά ή να χωρίζουν και να τρώγονται, φοβούνται και περνούν στο άλλο άκρο κάνοντας σεξ από τα 12, χωρίς να ξέρουν καν τι κάνουν και γιατί και απαξιώνοντας το γάμο που (δικαίως) στο μυαλό τους είναι ταυτισμένος με την ανοχή, τη σιωπή και το ηλεκτρικό σκουπάκι, δώρο από τη θεία Σταυρούλα.
Οι γονείς μας μας «κορόιδεψαν», μα όχι από πρόθεση, τους το αναγνωρίζω. Μας «κορόιδεψαν» γιατί κι εκείνους τους «κορόιδεψαν», γιατί κι εκείνοι, κατά βάθος, πίστευαν πως ο συμβιβασμός κι η ανοχή είναι γάμος. Γιατί φοβόντουσαν μην πληγωθούμε και προσπάθησαν να μας προστατέψουν τόσο, που μάθαμε να μην ακούμε, να μη μιλάμε και να θεωρούμε τον γάμο επιτυχία και τα παιδιά γαλόνια. Ως ενήλικες λοιπόν, ας σταματήσουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη με τους γονείς μας κι ας αναλάβουμε το δικό μας μερίδιο ευθύνης. Ας είμαστε εμείς αυτοί που θα διδάξουμε στα παιδιά μας ότι σημασία στη ζωή έχει η υγεία, η ευτυχία και η αλήθεια. Γιατί αυτά είναι γάμος και μάλιστα ο καλύτερος!
(Από τη Κυριακή Χαριτάκη)