Κάθε πρωί στην βόλτα μας έχουμε αγαπημένα σημεία. Μια στροφή λίγο πριν το σπίτι, η σκυλίτσα μου πάντα ενθουσιάζεται γιατί είναι ο δρόμος με το άσπρο γατάκι που κυνηγάει. Δηλαδή το ψευτοκυνηγάει γιατί ουσιαστικά δεν θέλει να το πιάσει. Όσες φορές το έχουμε πιάσει στον ύπνο, με πολύ προσεκτικές κινήσεις δηλαδή να φτάσει σχεδόν δίπλα του πριν το πάρει πρέφα το γατάκι, το αφήνει να φύγει λίγο πριν αρχίσει το κυνηγητό. Μετά τρέχουν στο δάσος και αργά ή γρήγορα καταλήγει το γατάκι σε ψηλό κλαδί και η σκύλα από κάτω να το κοιτάει. Την φωνάζω δυο τρεις φορές μέχρι να την πείσω ότι δεν έχει ελπίδες και συνεχίζουμε.
Μπορεί να είναι παιχνίδι αλλά είναι σοβαρό παιχνίδι. Μια φορά ήταν τέτοιο το πάθος της στο κυνηγητό ώστε να προσπαθήσει να ανεβεί το δέντρο αγκαλιάζοντας με τα τέσσερα σκυλίσια πόδια της. Πήγε σχεδόν δυο μέτρα πριν πέσει, εντυπωσιακό επίτευγμα. Κι αν δεν την φωνάξω ή ξεχαστώ διαβάζοντας τις ειδήσεις στο κινητό μου καθώς περιμένω, μπορεί να στέκεται κοκαλωμένη κάτω από το δέντρο για πολύ ώρα περιμένοντας την γάτα να πέσει από το δέντρο. Μια φορά πράγματι έπεσε και το κυνηγητό είχε δεύτερο γύρο.
Σήμερα πλησιάζαμε την στροφή και είχε ήδη κέφια. Κουνούσε την ουρά της, με κοίταξε και μετά πήρε το ύφος του άγριου κυνηγού. Με προσεκτικά αργά βήματα κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο στο πεζοδρόμιο. Της κάνω την χάρη και περπατάω κι εγώ πιο αργά σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές. Πουθενά η γάτα. Πάμε άλλα δυο τρία βήματα έτσι λοκατζίδικα. Τζίφος. Κατηφορίζουμε. Κοιτάμε τα γνωστά σημεία που καμιά φορά λιάζεται η γάτα.
Εγώ την είδα πρώτα γιατί κάτι ήταν περίεργο με το φορτηγάκι που ήταν παρκαρισμένο εκεί. Λευκό το αμάξι, ακόμα πιο λευκό το γατάκι. Με προσοχή άφησα την σκυλίτσα να πλησιάσει. Το μύρισε προσεκτικά. Το έσπρωξε με την μουσούδα της μπας και ξυπνήσει. Τράβηξα το λουρί να φύγουμε. Θα γυρίσω να το θάψω αργότερα.
Συνεχίσαμε στον δρόμο αμίλητοι. Δεν με ενδιέφερε να διαβάσω πια στο κινητό άλλες ειδήσεις, η αληθινή είδηση της ημέρας ήταν σοκαριστικά πιο αληθινή. Κοίταξα την σκυλίτσα μου. Μου φάνηκε στεναχωρημένη. Αντί να μυρίζει κεφάτα από εδώ κι από εκεί είχε πάρει απλά ρότα να πάμε σπίτι μια ώρα αρχύτερα. Περπατούσαμε γρήγορα με τα κεφάλια σκυμμένα.
Δηλαδή σχεδόν σκυμμένα. Σταμάτησε ξαφνικά και καρφώθηκε το βλέμμα της λίγο πέρα από το σπίτι μας. Μια μεγάλη λευκή γάτα περνούσε νωχελικά τον δρόμο. Με την αυταρέσκεια της καλοφαγωμένης γάτας που νομίζει ότι η γειτονιά της ανήκει. Δεν κουνήθηκα από την θέση μου. Το χέρι μου σιγά σιγά έφτασε εκεί που δένει το λουρί στο κολάρο. Την έλυσα. Ακούνητη, καρφωμένη στον στόχο της. Η λευκή γάτα την κατάλαβε και σταμάτησε προς στιγμή. Είναι η κλασσική Γουέστερν στιγμή που μετράνε τα αντανακλαστικά. Κατάλαβα το σφίξιμο στα πίσω πόδια της σκυλίτσας λίγο πριν αρχίσει το δαιμονισμένο σπριντ προς την γάτα.
Μια ακόμα λευκή γάτα σαν όλες τις άλλες.