Χρόνια πολλά και καλά, με υγεία, αγάπη, ευτυχία, επιτυχίες, χρήματα, επαγγελματική καταξίωση και μπλα μπλα. Όλες αυτές οι ευχές φτάνουν στα αυτιά μας ή φεύγουν απ’ τα χείλη μας σωρηδόν σε γιορτές, γενέθλια, επετείους, Πρωτοχρονιές και σε κάθε αφορμή. Προορίζονται σε αγαπημένα πρόσωπα προκείμενου να τους έρθουν τα καλύτερα σε όλους τους τομείς. Όσο καλοπροαίρετα κι αν λέγονται όλες αυτές οι ευχές, έχουμε αναλογιστεί ποτέ πόσο ανιαρές θα ήταν οι ζωές μας αν τελικά όλες αυτές οι ευχές που κατά καιρούς μας έχουν γίνει, τελικά έπιαναν τόπο;
Σκεφτείτε πως θα ήταν οι ζωές μας αν είχαμε τα χρήματα να κάνουμε τα πάντα, αν μας λάτρευαν όλοι, φίλοι, φίλες, καθηγητές, αφεντικά, συνάδελφοι, γκόμενες, γκόμενοι, αν στις δουλείες μας παίρναμε την μια προαγωγή μετά την άλλη, αν δεν είχαμε αρρωστήσει ούτε μια φορά κι αν ζούσαμε για 120 χρόνια… boring!
Αν δεν κρεβατωθείς μια βδομάδα με 40 πυρετό και δεν τα «χρειαστείς» πως αλλιώς θα εκτιμήσεις το δώρο της ζωής για να πεις: όταν γίνω καλά θα πιάσω τη ζωή απ τα μαλλιά, θα πάω εκείνη την εκδρομή που συνέχεια αναβάλλω, θα προσέχω περισσότερο τον εαυτό μου κτλ. Αν δε φας το πισώπλατο μαχαίρωμα απ το συνάδελφο, πώς θα εκτιμήσεις εκείνον που με τα χρόνια σου έχει αποδείξει πόσο εντάξει είναι και σε έχει υποστηρίξει στον εργοδότη σου ακόμα κι όταν είσαι απών.
Αν δεν βιώσεις τη προδοσία από έναν φίλο για τον οποίον έβαζες το χέρι σου στη φωτιά και στον οποίον στηριζόσουν τυφλά, πως θα εκτιμήσεις αυτόν που ‘ναι χρονιά εκεί για σένα στα εύκολα και στα δύσκολα σύμμαχος και συνοδοιπόρος και καμιά φορά τον παίρνεις ως δεδομένο;
Αν δε φας τη χυλόπιτα, το γράψιμο ή το κέρατο πως αργότερα θα εκτιμήσεις την πραγματική αγάπη χωρίς ανασφάλειες και οδυρμούς και πως θα αλλιώς θα αποκτήσεις αντισώματα, ώστε στην επόμενη απογοήτευση να πεις «ΟΚ, δεν χάθηκε κι ο κόσμος, time to move on…”.
Αν είχες όλα τα λεφτά του κόσμου πως θα έπαιρνες χαρά απ’ τα μικρά στοχάκια που κατάφερες πετραδάκι πετραδάκι; Από το ταξιδάκι που επιτελούς κατάφερες να πας μετά από ενάμιση χρόνο που αποταμίευες, από τον ακριβό καναπέ που κατάφερες να αγοράσεις για το σπίτι σου με το δώρο των Χριστουγέννων, από το ακριβό εστιατόριο που επιτέλους πήγες σε μια από τις επετείους σας κι ένιωσες αυτό το ψευδοαίσθημα της προσωρινής χλίδας να σου γαργαλάει το στομάχι και να σου κολλάει ένα ψωνοχαμόγελο που όμως ευτυχώς θα φορέσεις για κανά δίωρο, όχι περισσότερο.
Όσο τετριμμένο κι αν είναι το απόφθεγμα, «’Ο,τι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό» που πρωτοείπε ο Νίτσε και πρωτοτραγούδησε στα ελληνικά ο Νίκος Πορτοκάλογου και στα αγγλικά η Κελλυ Κλάρκσον (What doesn’t kill you makes you stronger) είναι η ραχοκοκκαλιά όλων όσων βιώνουμε στο (σύντομο αυτό) ταξίδι που λέγεται ζωή. Αν δεν πέσεις γονυπετής στο πάτωμα, και σιγά-σιγά, βήμα-βήμα ξανασηκωθείς και περπατήσεις, πως θα κερδίσεις όλα αυτά τα υπέροχα αγαθά, που κτώνται μόνο «κόποις»: την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία, τη δύναμη, την εμπειρία, την σοφία και πως αλλιώς θα βιώσεις στο πετσί το ένα και μοναδικό ρήμα από το οποίο εξαρτώνται όλα τα υπόλοιπα;
Πως αλλιώς θα πεις: «έζησα»;