Το ύφος της ευτυχίας όταν το προβάλλεις μ’έναν ορισμένο τρόπο, θα έκανε ακόμα και ένα γάιδαρο να λυσσάξει, αναφέρει ο Αλμπέρ Καμύ στην «Πτώση».
Συνήθως συναντάς την έχθρα κυρίως ανάμεσα σ’εκείνους που δεν σε γνωρίζουν παρά εξ’αποστάσεως και χωρίς εσύ να τους γνωρίζεις.
Ο λόγος της ακατανίκητης απέχθειας τους προς το πρόσωπο σου οφείλεται στη φαντασιακή εικόνα που έχουν για σένα.
Την εικόνα μιας έντονης και ανέμελης ευτυχίας που γι’αυτούς είναι ασυγχώρητη.
Δεν αντέχουν να σε βλέπουν να γελάς, να χαίρεσαι και να απολαμβάνεις κάθε λεπτό της ζωής σαν να ήταν το τελευταίο.
Η ζωή αυτών των ανθρώπων είναι εκείνη που δεν θα ήθελαν να έχουν αλλά την ζουν χωρίς να κάνουν τίποτα για να την αλλάξουν.
Κάποιες φορές ενώ η ζωή τους δεν είναι αυτή που θα θελαν, το μόνο που εύχονται είναι να μην αλλάξει γιατί αυτή τη ζωή την ξέρουν και τους ξέρει.
Τους βολεύει. Μπορεί να μην τους κάνει να γελούν αλλά δεν τους κάνει και να κλαίνε.
Όλα αυτά τους κάνουν ένα οργανωμένο άνθρωπο ή τελοσπάντων ένα οργανωμένο απάνθρωπο.
Κάνουν εγγραφή στο γυμναστήριο της γειτονιάς τους, επειδή κατά βάθος γνωρίζουν πολύ καλά πως δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ γειτονιά.
Οργανώνουν ένα ταξίδι έξι μήνες πριν, επειδή ξέρουν εκ των προτέρων πως δεν θα συμβεί τίποτα που να ανατρέψει τα σχέδια τους.
Μια ολόκληρη ζωή τοποθετημένη σε κουτάκια άρτια οργανωμένα, στα οποία έχουν τη δυνατότητα να ανατρέξουν ανά πάσα στιγμή.
Οποιαδήποτε ανακατάταξη συνεπάγεται αυτόματη ανατροπή της ισχύουσας τάξης πραγμάτων που είναι η δεύτερη φύση τους.
Γι’αυτό και έχουν ανυπέρβλητες δυσκολίες στην αποδοχή της εξαίρεσης που αποκλίνει από τον δικό τους κανόνα.
Αυτό που δεν έχουν βιώσει ποτέ, το αντιμετωπίζουν ως απειλή που τρίζει συθέμελα το σύστημα αξιών, το οποίο έχουν ασπαστεί και τηρούν με ευλαβική προσήλωση.
Ίσως να φταίει και ο τρόπος που κοιτούν τους ανθρώπους γύρω τους.
Τους κοιτούν αλλά δεν τους βλέπουν και ποτέ δεν μπαίνουν στη διαδικασία να τους καταλάβουν.
Κάποια σημάδια χάνονται από μόνα τους όπως κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι μπήκαν στη ζωή τους, όχι για να τους κάνουν κακό αλλά επειδή ήταν η μοναδική τους πιθανότητα να βρουν αυτό που έψαχναν πάντα.
Μια ζωή που δεν έζησαν.