Ιωάννα Γκανέτσα
Δε σε θέλω, γενικά και αόριστα.
Δε σε επιθυμώ, άνευρα, υποτονικά, χλιαρά.
Εσένα σε ποθώ. Σίγουρα, δυνατά, αποφασιστικά.
Βουτώ στα μέσα μου και κολυμπώ στα νερά σου.
Πηγάζεις από την κόλαση και καταλήγεις στον παράδεισο.
Σε ποθώ.
Σε όλους τους τόνους των χρωμάτων.
Από το κόκκινο της αμαρτίας ως το λευκό της ευλάβειας.
Σε προσκυνώ, σε λατρεύω, σε αφορίζω. Στο απόλυτο.
Θέλω να μπω στο άβατο του ναού σου,
να γκρεμίσω τα τείχη σου,
να λεηλατήσω τα κάστρα σου.
Θέλω να βάλω φωτιά στο παρόν,
να πυρπολήσω το μέλλον,
να ξεριζώσω το παρελθόν.
Να βαφτούν όλα σε αποχρώσεις του κόκκινου.
Του πάθους, του αίματος, της θυσίας, του πολέμου.
Κι ύστερα θέλω να αναγεννηθώ δίπλα σου.
Στον καμβά της ζωής, σε φόντο κατακόκκινο,
να χαράξω μια μπλε γραμμή.
Του ονείρου, της ηρεμίας, του ορίζοντα.
Ενός ορίζοντα που θα ατενίζουμε μαζί,
ανάμεσα στις στάχτες μιας ζωής που έμοιαζε μουντή,
πριν τα χρώματα της δικής σου παλέτας καλύψουν τις παλιές πληγές μου.