Cast:
Sandra Bullock, Ryan Stone
George Clooney, Matt Kowalski
Co-starring voices : Ed Harris (mission control voice)
Phaldut Sharma… (Sharrif voice)
Η ταινία αυτή καθεαυτή θα μπορούσε άνετα να χαρακτηρισθεί ως μία ταινία επιβίωσης, αυτή τη φορά με φόντο το αξιοθαύμαστο «ντεκόρ», τον μοναδικό διάκοσμο του διαστήματος.
Η Sandra Bullock ως ένας αντίστοιχος Tom Hanks στο Cast Away, παλεύει για μια ζωή που εν τέλει συνειδητοποιεί πως μπορεί να της δωρίστηκε, αλλά πια η ανωτέρα βία των νομοτελειακών ανατροπών του διαστήματος επιχειρεί βίαια να της την αποσπάσει.
Ο μεν Τομ ήταν μέγας εραστής της ζωής ενώ η Σάντρα μάλλον σκεπτικιστής, ο μεν Τομ χωρίς βοήθεια από το πουθενά σε σημείο που χρειάστηκε να εφεύρει βοηθό και φίλο, την περίφημη μπάλα του βόλευ τον Wilson, ενώ η Σάντρα με «αποδιαστημικής μηχανής» βοηθό τον υπεύθυνο της αποστολής διαστημοκυβερνήτη, George Clooney.
Δεν ξέρω αν η ταινία θα έχει την αναμενόμενη απήχηση – τα studio της Warner επένδυσαν υψηλή τεχνογνωσία (3 και κάτι χρόνια για την ολοκλήρωση της) – ή αν οι προσδοκίες του κοινού για ένα τόσο πολυδιαφημιζόμενο έργο συναντηθούν με αυτές του δημιουργού, του κορυφαίου μεξικάνου δημιουργού Quarron (σκηνοθέτη των ταινιών του Harry Potter).
Επίσης δεν ξέρω αν η λυγερή κορμοστασιά της Sandra μπορεί να υποσκελίσει την έλλειψη ενεργού συμπρωταγωνιστή αφού στα 2/3 της ταινίας παίζει ουσιαστικά solo… αφήνοντας μας με την γλυκόπικρη προσμονή και την κρυφή ανάγκη να ξαναμπεί στο πλάνο ο γοητευτικά παιχνιδιάρης και μοναχικός Lucky Luck, που υποδύεται ο Clooney.
Τέλος, δεν υπόσχομαι ότι η ταινία φτιάχτηκε για να συναρπάσει με τον τρόπο που η βιομηχανία του εμπορικού κινηματογράφου θα ήθελε: η ταινία σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιεί τα εφέ που θα υποστήριζαν μία ταινία επιστημονικής φαντασίας -μιας που δεν είναι- αλλά εκείνα που αναπαριστούν τέλεια την ψευδαίσθηση, ότι είσαι κομμάτι μιας ιστορίας που διαδραματίζεται εκεί πάνω στην έρημο του διαστήματος.
Ναι χρειάστηκε να «εφεύρει» τεχνογνωσία για να «πατήσει» απλόχωρα στο διαστημικό χαλί, όπου με την 3d απεικόνιση και μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών (πολλά πλάνα απευθείας από το casket είναι σαν να τα ζεις), έχεις την αίσθηση ότι ζεις σε συνθήκες διαστήματος με την ανυπαρξία ήχων και με την έλλειψη βαρύτητας και την αίσθηση του αχανούς τρομακτικού σύμπαντος να σε περιβάλλει.
Ναι η μοναξιά του διαστημάνθρωπου μοιάζει επικίνδυνα με την μοναξιά του ερημίτη, που οι περισσότεροι απεχθανόμαστε γιατί μας φέρνει αντιμέτωπους με το εσωτερικό κενό μας.
Ναι η Sandra τελικά χρειάστηκε να παλέψει με τους προσωπικούς της δαίμονες και με την αδυναμία να επιβληθεί στην άγνωστη και παντοδύναμη αλήθεια του επικείμενου θανάτου, που τη φλερτάρει επαναληπτικά και επίμονα, πριν ανασύρει λυτρωτικά την ανάγκη της επιβίωσης, για να ανακαλύψει πόσο γλυκιά είναι η ζωή και πως ήρωας δεν είναι αυτός που υπομένει, ήρωας είναι αυτός που «αντεπιτίθεται» στο θάνατο κοιτώντας τον «right between the eye».
And last but not least – κι αυτό το άφησα επίτηδες προς το τέλος – ο George μας δίνει με την cool, γοητευτική, μικρή μεν, αλλά ουσιώδη ερμηνεία την απλή, απέρριτη εικόνα του ώριμου άνδρα, που χωρίς δεύτερη σκέψη μπορεί και «προσφέρει τη θέση του» και το one way ticket to life… Έτσι απλά…